Η ιστορία αρχίζει στις 24 Μαρτίου 1944, όταν η 115 μοίρα της RAF πετούσε προς το Βερολίνο σε μια αποστολή βομβαρδισμού. Ένα από τα αεροπλάνα ήταν ένα Λάνκαστερ με όνομα «S for sugar», που μετέφερε 6 τόνους βομβών. Στο σύνολο, 300 βαριά βομβαρδιστικά αεροπλάνα πετούσαν προς το Βερολίνο σε ύψος 6.000 μέτρων και ταχύτητα κοντά στα 400 km/h.
Η απογείωση και το ταξίδι πέρα από τη θάλασσα έγιναν χωρίς προβλήματα, αλλά προσεγγίζοντας τη γερμανική πόλη, το σκηνικό άλλαξε δραστικά. Τα πυκνά αντιεροπορικά πυρά και οι δέσμες των προβολέων εντοπισμού έκαναν τη νύχτα μέρα.
Στο εσωτερικό του «S for sugar», το πλήρωμα ήταν έτοιμο να πολεμήσει τους Γερμανούς.Ο Nicholas Alkemade ηλικίας 21 ετών είχε την ευθύνη να χειρισμού των ουριαίων πολυβόλων 7.7 χιλ. στην ουρά του αεροπλάνου.
Στριμωγμένος σε μια μικρή πλαστική καμπίνα, στην οποία δεν χωρούσε φορώντας αλεξίπτωτο και εκτεθειμένος στα εχθρικά πυρά (οι Γερμανοί πιλότοι πάντα άρχιζαν την επίθεση απο την ουρά) ο Alkemade είχε την χειρότερη θέση στο αεροπλάνο.
Το Βερολίνο ήταν τώρα κάτω από τους. Καθένα από τα 300 βομβαρδιστικά αεροπλάνα άνοιξε τις θυρίδες βομβαρδισμού και στο Βερολίνο άρχισε να βρέχει βόμβες. Μετά από το βομβαρδισμό το «S for sugar» είχε ολοκληρώσει την αποστολή του, γυρίζοντας στη βάση του στην Αγγλία.
Αλλά ένα μοναχικό Γιούνκερς ju-88 που πετούσε στην περιοχή εντόπισε το Λάνκαστερ. Το γερμανικό αεροσκάφος κατάφερε αρκετά χτυπήματα στο Lancaster πριν ο Alkemade καταφέρει να το καταρρίψει. Ο νεαρός σμηνίας δεν πρόλαβε να πανηγυρίσει την κατάρριψη όταν άκουσε τη φωνή του πιλότου στ΄ ακουστικά του «μας χτύπησαν! πρέπει να πηδήξουμε! όλοι έξω!»
Κοιτάζοντας πίσω ο Alkemade είδε το αεροπλάνο στις φλόγες. Παρά τις αναταράξεις στην καμπίνα προσπάθησε να φθάσει στο αλεξίπτωτό του αλλά αυτό καιγόταν ήδη! Τι θα μπορούσε να κάνει;
Εν τω μεταξύ είδε πώς 6 απο τους συντρόφους του πηδούσαν ήδη, έτσι υπέθεσε ότι ήταν το τέλος του. Το αεροπλάνο άρχισε να πέφτει, και άρχισε να αισθάνεται τη θερμότητα της φωτιάς στο πρόσωπό του. Το μόνο πράγμα που σκέφτηκε ήταν να πηδήξει. Τουλάχιστον δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι ο θάνατός του θα ήταν στιγμιαίος.
Έτσι πήδησε από το αεροπλάνο κοιτάζοντας προς τα αστέρια. Ο ίδιος είπε αργότερα:
«Είχα μια αίσθηση παρόμοια με το να είμαι σε ένα σύννεφο σε ένα πολύ άνετο στρώμα. Πραγματικά δεν ένιωθα ότι έπεφτα. Θυμήθηκα ότι έμενα ακριβώς ακόμη μια εβδομάδα για να πάρω την άδειά μου και ότι δεν θα ξανάβλεπα την φιλενάδα μου Pearl.»
O Alkemade δεν θυμάται περισσότερα. Έχασε τις αισθήσεις του λόγω της αλλαγής της πίεσης. Όταν ξύπνησε δεν είχε καμία αμφιβολία, ήταν στη μετά θάνατον ζωή.
Άνοιξε τα μάτια του και είδε τον ουρανό πάλι. Ακόμη σε σύγχιση ένοιωσε να κρυώνει πολύ. Άγγιξε την επιφάνεια στην οποία βρισκόταν επάνω και κατάλαβε ότι ήταν χιόνι.
Κοίταξε το ρολόι και είδε ότι ήταν 3.10 το πρωί. Είχε επιζήσει; Κοίταξε γύρω και είδε τα ψηλά δέντρα.
Όταν συνήλθε πλήρως, προσπάθησε να ψάξει μια λογική αιτία σ’ αυτό που είχε συμβεί. Το μισό μέτρο χιόνι του είχε σώσει τη ζωή!
Εν πάση περιπτώσει σκέφτηκε ότι είχε πιθανώς ένα σπασμένο κόκκαλο. Προσπάθησε να κινηθεί και παρατήρησε ένα δυνατό πόνο στο γόνατό του. Είχε επίσης λίγα καψίματα και μερικές εκδορές απο την πτώση ανάμεσα στα δέντρα.
Είχε σωθεί αλλά τώρα δεν ήξερε τι να κάνει. Η νύχτα ήταν κρύα και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν να φυσήξει τη σφυρίχτρα του ώστε να τον εντοπίσουν και να τον συλλάβουν αφού δεν μπορούσε να κινηθεί.
Μερικές στιγμές αργότερα μια ομάδα οπλισμένων ανδρών εμφανίστηκε και τον βρήκε να καπνίζει ξαπλωμένος. Με νοήματα τους είπε ότι είχε πηδήσει από το αεροπλάνο του, αλλά οι Γερμανοί ζήτησαν το αλεξίπτωτό του. Είπε την αλήθεια, αλλά οι Γερμανοί σκέφτηκαν ότι ήταν κατάσκοπος. Όταν τον σήκωσαν όρθιο λιποθύμησε πάλι. Όταν ξύπνησε βρέθηκε σ’ ένα κρεβάτι σε ένα νοσοκομείο του Βερολίνου. Ο Alkemade είπε την αλήθεια στους γιατρούς αλλά αυτοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήταν κατάσκοπος ή ότι είχε πάθει νευρικό κλονισμό απο το άλμα.
Μόλις ανέκαμψε,ο Βρετανός λοχίας στάλθηκε στο Dalag Luft, κοντά στη Φρανκφούρτη. Εκεί τον ανέκριναν και πάλι αλλά αυτός συνέχισε να τους λέει την αλήθεια. Οι κατάσκοποι εκτελούνταν.
Ο Alkemade κατάλαβε ότι η ζωή του ήταν σε κίνδυνο. Επρόκειτο να εκτελεστεί από τους Γερμανούς, αλλά πάλι η τύχη ήταν μαζί του. Το Λάνκαστερ βρέθηκε κοντά στο Βερολίνο. Εάν οι Γερμανοί ήθελαν να αποδείξουν την ιστορία του έπρεπε μόνο να πάνε και να ψάξουν το αλεξίπτωτο στην ουρά του αεροπλάνου αν και ήταν μάλλον απίθανο να ήταν ακόμα εκεί.Ο Alkemade επέμεινε στην ιστορία του ζητώντας απ’ τους Γερμανούς να ψάξουν για το αλεξίπτωτο στην ουρά του πεσμένου Lancaster αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ευτυχώς ο υπολοχαγός Hans Feidel αποφάσισε να πάει και να ψάξει στο πεσμένο αεροπλάνο.Προς μεγάλη του έκπληξή βρήκε μέρος του αλεξίπτωτου.
Ο Feidel γύρισε πίσω στο Dalag Luft και εκεί σύγκρινε τη ζώνη του αλεξίπτωτου με την εξάρτηση του Alkemade. Τα δύο τμήματα ταίριαζαν κι έτσι ο Alkemade ήταν τώρα ήρωας.
Οι συγκρατούμενοι του, κατανοώντας ότι η ιστορία του δύσκολα θα έπειθε τους ανώτερους του όταν θα επέστρεφε στην Αγγλία, εξέδωσαν το παρακάτω πιστοποιητικό:
Dalag Luft, 25η Απριλίου 1944.
Οι γερμανικές αρχές έχουν ερευνήσει και έχουν αποδείξει ότι οι δηλώσεις του βρετανικού λοχία Alkemade, 1.431.537 RAF, είναι αληθινές σε όλες τις πτυχές. Έκανε ένα άλμα 6.000 μέτρων χωρίς αλεξίπτωτο μετά από την κατάρριψη του αεροπλάνου του. Προσγειώθηκε στο χιόνι και υπέστη μόνο έναν τραυματισμό στο γόνατό του.
Η δήλωση υπογράφηκε από τον υπολοχαγό H.J Moore, τον λοχία R.R. Lamb και τοn λοχία T.A Jones .
Πηγή: Hechos insólitos de la Segunda Guerra Mundial,Jesús Hernández,Barcelona : Inédita Editores, 2005.