Archive for the ‘Uncategorized’ Category

h1

ΖΗΣΚΑΤΑΣ ΚΑΙ ΚΑΡΑΚΛΑΝΗΣ

23 Αυγούστου, 2016

Εντάξει, το ξέρουμε ότι το όνειρο (πολλές φορές και το μοναδικό), κάθε καθωσπρέπει Έλληνα επιχειρηματία, είναι να δει το όνομα του στην μαρκίζα με μεγάλα φωτεινά γράμματα. Αλλά ρε φίλε αυτό δεν γίνεται με όλα τα ονόματα! Απλά υπάρχουν ονόματα που δεν θα ‘πρεπε να τα βλέπεις πουθενά αλλού παρά μόνο στον χρυσό οδηγό. Όπως ένας αντιπρόσωπος αυτοκινήτων κάπου νομίζω στην Πιερία. ΖΗΣΚΑΤΑΣ Κάτσε ρε φίλε, ΖΗΣΚΑΤΑΣ; ΖΗ-ΣΚΑΤΑΣ; Εσένα δηλαδή σου αρέσει; Βγάλτο μαγαζί σου ξερωγώ, «Το βολάν», «Η πρόοδος», «Η Ρόδα», αλλά ΖΗΣΚΑΤΑΣ; …Για όνομα…
Κι ένα άλλο που είδα τις προάλλες στη Νικήτη. ΚΑΡΑΚΛΑΝΗΣ! ΚΑΡΑ – ΚΛΑΝΗΣ! Μάλιστα ήταν γραμμένο στις τρεις πλευρές ενός θηριώδους 4×4 που περίμενες ότι από στιγμή σε στιγμή έτσι όπως μούγκριζε, ότι θα σ’ έκλανε κιόλας! Βγάλτο ας πούμε Ρεκτιφιέ «Η ακρίβεια», «Ο τόρνος», κάτι άλλο τέλοσπάντων!
Να μην ξεχάσω και το κλασικό «Έπιπλα Τριχάχαλος», κάπου στη Χαλκιδική, ή στον παλιό δρόμο της Τρίγλιας «Κρεβατοκάμαρες Αφοι Νυστάζου»!
Επίσης η τελευταία μόδα που οι Αφοι γίναν Bros, όπως Baklatsidis Bros!

h1

Ο ΕΜΙΛ ΝΤΟΥΡΧΑΪΜ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ (ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΕΣΜΟΣ)

23 Ιουλίου, 2014

DURKHEIM

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σήμερα μεγάλο μέρος της μεθοδολογίας του Ντουρκχάιμ απορρίπτεται από της κοινωνιολόγους σαν άκαμπτος θετικισμός και εμμονή στη θέσπιση γενικών και άτεγκων νόμων. Ρίχνει όμως μια ιδιαίτερα ρεαλιστική και διεισδυτική ματιά κάτω από την επιφάνεια των κοινωνικών φαινομένων αναζητώντας δομές, διαδικασίες και πεποιθήσεις ως τα βαθύτερα αίτια που μας ωθούν προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση ή περιορίζουν τις επιλογές μας, ή κάποτε μας αναγκάζουν να ενεργήσουμε με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο. (Craib 2012:58)

Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΤΟΥΡΚΧΑΙΜ

Στο κέντρο της κοινωνιολογίας του Ντουρκχάιμ ανήκει η τοποθέτηση του ότι το άτομο γεννιέται από την κοινωνία και όχι η κοινωνία από το άτομο. (Αρόν 2008:29) Αυτό αποτελεί ένα επιβεβαιωμένο ιστορικό γεγονός, αφού η συναίσθηση του εαυτού μας ως ξεχωριστών ατόμων με ατομική συνείδηση, αποτελεί προϊόν ιστορικής εξέλιξης. (Αντωνοπούλου 2008:161) Το έργο του χαρακτηρίζεται από «κοινωνικό ρεαλισμό», την αντίληψη δηλαδή ότι η κοινωνία ως καθοριστική πραγματικότητα έχει προτεραιότητα έναντι του ατόμου. (Αντωνοπούλου 2008:173)
Για τον Ντουρκχάιμ η κοινωνιολογία συνδέεται με την ανάγκη να κατανοηθεί η νεωτερικότητα σαν σημείο εκκίνησης για την ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων βασισμένων στις αξίες του Διαφωτισμού όπως η ελευθερία, η ισότητα και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. (Γάγγας 2010:94) Η κοινωνιολογική του ανάλυση αναζητά κοινωνικούς θεσμούς που να εγγυούνται τα ελευθεριακά ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης, ανατρέχοντας σε συστημικές διαδικασίες που εισάγουν στο κοινωνικό στοιχείο την ετερότητα, όπως ο καταμερισμός της εργασίας. (Γάγγας 2010:102) Για τον Ντουρκχάιμ η νεωτερικότητα προϋποθέτει ένα δίκτυο κοινωνικών σχέσεων το οποίο περιέχει κατευθύνσεις που υλοποιούνται σε κοινωνίες δικαιοσύνης και εγκαθιδρυμένης δημοκρατίας όπως: ελευθερία έκφρασης, αναγκαιότητα εκπαίδευσης, αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας κ.α. (Γάγγας 2010:106)
Πιστεύει ότι μια κοινωνική ηθική είναι δυνατόν να επιτευχθεί μέσα από την ισορροπία ανάμεσα στις ατομικές ελευθερίες και το κοινό καλό. Με αυτή την ηθική δεσμεύονται τα άτομα και οι διεργασίες που βασίζονται στους θεσμούς που διασφαλίζουν τη διαχείριση των κοινωνικών αντιθέσεων, δηλαδή τους κοινωνικούς θεσμούς. Αυτοί οι θεσμοί βασίζονται στις παραδόσεις της κοινωνίας και διαμορφώνουν το ηθικό πλαίσιο της ζωής. Τέτοιου είδους θεσμοί είναι η εκπαίδευση, οι επαγγελματικές ενώσεις και οι κρατικές κοινωνικές πολιτικές και μεταρρυθμίσεις. (Αντωνοπούλου 2008:162)
Καθώς κανείς δεν μπορεί να εξέλθει από τον ημιτελή χαρακτήρα του μόνο με τις δικές του δυνάμεις, το άτομο εμπλουτίζεται μέσα από τις ηθικά προσδιορισμένες σχέσεις και ταυτίζεται με τη δυναμική της συλλογικότητας. (Γάγγας 2010:103)
Ο Ντουρκχάιμ αποδίδει τον κοινωνικό δεσμό με τον όρο «κοινωνική αλληλεγγύη», το οποίο αντιλαμβάνεται ως ένα πλήρως ηθικό φαινόμενο, αφού σύμφωνα με την αντίληψη του η ηθικότητα είναι συναφής με την κοινωνικότητα. Επίσης προσδιορίζει σαν συλλογική συνείδηση το κοινό στα μέλη μιας κοινωνίας σύνολο αντιλήψεων, συναισθημάτων και πεποιθήσεων, που διαμορφώνεται σε ένα ζωντανό σύστημα. Παρά τη διαφοροποίηση και την ευελιξία που παρουσιάζει στις σύγχρονες κοινωνίες, η συλλογική συνείδηση συνεχίζει να λειτουργεί σαν ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ των ατόμων. (Αντωνοπούλου 2008:164) Η δύναμη της συλλογικής συνείδησης είναι ανάλογη με το εύρος της. Όσο πιο πρωτόγονη είναι μια κοινωνία, τόσο ευρύτερη είναι η κοινωνική συνείδηση. Τα κοινά αισθήματα αποκτούν μεγάλη ισχύ, που εκδηλώνεται με την αυστηρότητα των ποινών προς τους παραβάτες των κοινωνικών επιταγών. (Αρόν 2008:448)
Οι συλλογικές μορφές, τα πρότυπα συμπεριφοράς και οι θεσμοί που χαρακτηρίζουν μια κοινωνία, αναπτύσσονται μέσα από συλλογικές εμπειρίες, που διαμορφώνονται για λόγους θρησκευτικούς ή μέσα σε συνθήκες αναβρασμού και κοινωνικών αναταραχών. (Αντωνοπούλου 2008:169) Μέσα από τέτοιου είδους κοινωνικές πρακτικές γεννώνται και οι διακρίσεις του «βέβηλου» και του «ιερού». (Αντωνοπούλου 2008:170)
Για τον Ντουρκχάιμ τα πάθη και οι εγωιστικές τάσεις των ανθρώπων προέρχονται από την ατομική τους δραστηριότητα, ενώ οι κοινωνικές αιτίες είναι υπεύθυνες για τις θεωρητικές ή πρακτικές ορθολογικές δραστηριότητες. Οι κανόνες της ηθικής αποτελούν κοινωνικά επεξεργασμένες αρχές και ο υποχρεωτικός τους χαρακτήρας δεν είναι παρά η εξουσία της κοινωνίας. (Αντωνοπούλου 2008:171)
Το σύνολο των πολλαπλών λειτουργιών που συντονισμένες συμβάλλουν στην ομαλή και απρόσκοπτη πορεία της κοινωνίας, αποτελούν την «οργανική» της σύσταση. Η ευτυχία των ατόμων εντός της εξαρτάται από τη «συνεργατική» σύνδεση τους μέσα από φορείς ρόλων ή λειτουργιών που απαρτίζουν και φυσικά εφόσον ενστερνίζονται τους ηθικούς κώδικες των ανάλογων λειτουργιών. (Αντωνοπούλου 2008:188)

ΜΟΡΦΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Ο Ντουρκχάιμ διέκρινε δύο βασικούς τύπους «κοινωνικής αλληλεγγύης». Αυτή που στηρίζεται στην ομοιότητα των κοινωνικών ατόμων την οποία ονομάζει «μηχανική αλληλεγγύη» και αυτή που προκύπτει με την ανάπτυξη ατομικών διαφορών και κοινωνικής ανομοιογένειας και την ονομάζει «εργατική αλληλεγγύη». Η πρώτη χαρακτηρίζει τις πρωτόγονες κοινωνίες στις οποίες υφίσταται κοινωνική ομοιομορφία και ομοιογένεια και η δεύτερη συνιστά τη σύγχρονη διαφοροποιημένη κοινωνία, όπου υφίσταται ο διευρυμένος κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας και οι ατομικές διαφορές. (Αντωνοπούλου 2008:182)
Στις κοινωνίες μηχανικής αλληλεγγύης οι κοινωνικές επιταγές και οι απαγορεύσεις διέπουν το μεγαλύτερο μέρος της ύπαρξης. Το κατασταλτικό δίκαιο πολλαπλασιάζοντας τις κυρώσεις, εκδηλώνει τη δύναμη, την έκταση και την εφαρμογή των κοινών αισθημάτων αποκαλύπτοντας την συλλογική συνείδηση. (Αρόν 2008:448) Στις κοινωνίες μηχανικής αλληλεγγύης η συλλογική συνείδηση υπερβαίνει τα άτομα και εντυπώνεται σε αυτά. Ο καταμερισμός εργασίας παραμένει στοιχειώδης, πιθανόν μόνο ως έμφυλος διαχωρισμός. Η μηχανική αλληλεγγύη λοιπόν προϋποθέτει την ομοιογένεια μιας κοινωνίας που μοιράζεται κοινές πεποιθήσεις για την ζωή και τον κόσμο, με θρησκευτικές κυρίως βάσεις. (Craib 2012:115)
Στις νεότερες κοινωνίες κυριαρχεί ο ανταποδοτικός νόμος που παραβιάζει τα δικαιώματα ενός ατόμου ή μιας ομάδας με σκοπό να επιβάλλει την αποκατάσταση στην πρότερη κατάσταση. Τέτοιου είδους νόμοι διέπουν την αστική, εμπορική, διοικητική και συνταγματική νομοθεσία. (Αντωνοπούλου 2008:166) Ο Ντουρκχάιμ εντάσσει το ανταποδοτικό δίκαιο στη σφαίρα της νεωτερικότητας γιατί προάγει και διαφυλάσσει την κεντρική ηθική προσταγή της, την κλήση δηλαδή των δρώντων σε μια ιδιαίτερη λειτουργία στο κοινωνικό σύνολο. (Γάγγας 2010:107)
Ο Ντουρκχάιμ θεωρεί ότι η φυσική κατάσταση της κοινωνίας είναι εκείνη στην οποία τα κοινωνικά γεγονότα συμβάλλουν στην κοινωνική ενότητα και εδραιώνουν την «κοινωνική αλληλεγγύη». Διακρίνει τα κοινωνικά γεγονότα σε φυσιολογικά και παθολογικά. Παθολογικά αποκαλεί τα φαινόμενα που διαταράσσουν την κοινωνική ισορροπία και διαρρηγνύουν την ηθική συνοχή της, αντιβαίνοντας στους γενικά ισχύοντες κανόνες και τις ηθικές ρυθμίσεις μιας κοινωνίας. Αντίθετα τα κοινωνικά γεγονότα που συντείνουν στην ομαλή λειτουργία της κοινωνίας είναι καθιερωμένα και γενικώς αποδεκτά και δεν διασαλεύουν την κοινωνική τάξη και την ευρυθμία. (Αντωνοπούλου 2008:184)
Κάθε κοινωνία δέχεται ή απορρίπτει από την «συλλογική της συνείδηση» μια πράξη ή μια πρακτική εγγράφοντας την ως φυσιολογική ή παθολογική, ανάλογα με το κατά πόσο αυτή συμμορφώνεται στις κοινωνικές επιταγές και στις συλλογικές κοινωνικές ρυθμίσεις. (Αντωνοπούλου 2008:184) Ένα κοινωνικό γεγονός μπορεί να χαρακτηριστεί ως φυσιολογικό από τη στιγμή που εκδηλώνεται στους κόλπους μιας «μέσης» κοινωνίας και εφόσον αντιστοιχεί στη συγκεκριμένη «φάση εξέλιξης» μιας κοινωνίας συγκεκριμένου τύπου. (Craib 2012:51)Η αλληλεπίδραση των ρυθμιστών του κοινωνικού βίου με τους πολίτες αναφορικά με τους όρους ρύθμισης του, αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό της δημοκρατίας που ταυτίζεται με τη νεωτερικότητα. (Γάγγας 2010:108)

Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται από τον Ντουρκχάιμ στη συνεκτική λειτουργία της οικογένειας. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των μελών της, τόσο μεγαλύτερος θα είναι και ο βαθμός συνοχής της. Αυτό ισχύει γενικότερα για τις κοινωνικές ομάδες, καθώς όσο μεγαλύτερη είναι η κοινωνική πυκνότητα, τόσο περισσότερο εδραιωμένη είναι η κοινωνική συνοχή της και αντίστροφα. (Αντωνοπούλου 2008:194)
Το φαινόμενο της κοινωνικής διαφοροποίησης, συνέπεια και έκφραση του οποίου αποτελεί η συμβασιοκρατία, ορίζει την σύγχρονη κοινωνία. Αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση της ατομικής ελευθερίας και χαρακτηριστικό φαινόμενο των σύγχρονων κοινωνιών. Το άτομο μπορεί να απολαύσει αυτονομία κρίσης και δράσης, μόνο σε μία κοινωνία όπου η συλλογική συνείδηση έχει απολέσει ένα μέρος της επιτακτικής της αυστηρότητας. (Αρόν 2008:457)
Ο ανομικός χαρακτηρισμός της εργασίας ως παθολογική μορφή (Μαφία, εξειδικευμένη οικονομική εξαπάτηση κλπ), αναπτύσσεται στο εσωτερικό της οργανικής αλληλεγγύης, της οποίας αποτελεί φυγόκεντρη δύναμη, ενώ λόγω της ταχύρυθμης ανάπτυξης των οικονομικών δυνάμεων και της επέκτασης της βιομηχανοποίησης, η κυβέρνηση αδυνατεί να εμπλακεί και να ρυθμίσει τους αμέτρητους παράγοντες που διέπουν τις λεπτομέρειες της αγοράς. Το δίκαιο τότε βρίσκεται σε μια κατάσταση απροσδιοριστίας που απορυθμίζει τα συλλογικά συναισθήματα. (Γάγγας 2010:109-110)
Ο καταμερισμός της εργασίας, πέρα από την αύξηση της οικονομικής ευμάρειας, έχει το χαρακτηριστικό ότι φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά, ιδίως εκείνους μεταξύ των οποίων υφίστανται διαφορές. Στις σύγχρονες κοινωνίες χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό οργάνωσης, ενώ η κοινωνική ολοκλήρωση (κοινές επιταγές και αξίες μιας κοινωνίας), ασκεί μικρότερη επιρροή. (Craib 2012:116-117)
Η οργανική αλληλεγγύη παρουσιάζει το παράδοξο αποτέλεσμα, τα άτομα να τείνουν να είναι περισσότερο εξαρτημένα από την κοινωνία γιατί όσο πιο εξατομικευμένα είναι, καλούνται να υποδυθούν διαφορετικούς κοινωνικούς ρόλους ενεργώντας με διαφορετικές πεποιθήσεις και γνώσεις κατά περίπτωση. Την ίδια στιγμή όμως γίνονται όλο και πιο εξαρτημένα από αυτήν, καθώς ο καθένας στηρίζεται στην προσδοκία ότι και οι υπόλοιποι θα επιτελέσουν το έργο τους. (Craib 2012:118)

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Για τον Ντουρκχάιμ η κοινωνία δομείται στη βάση της κοινωνικής αλληλεγγύης μέσα από την ηθική συνένωση ανθρώπων. Η κοινωνική δράση και οι συλλογικές σχέσεις διαμορφώνονται μέσω της κοινωνικής συνοχής. Αν και αποτιμά θετικά τον σύγχρονο καταμερισμό της εργασίας θεωρώντας ότι εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή, δεν παραλείπει να δείξει το παράδοξο της αυξανόμενης εξάρτησης από την κοινωνία, αλλά και τις παθολογίες που προκαλεί.
Πιστεύει ότι η επίτευξη της κοινωνικής συνοχής μπορεί να καταστεί δυνατή μέσα σε ένα σοσιαλιστικό πλαίσιο που θα εντάξει στους κόλπους το νεωτερικό υποκείμενο και θα επανεξετάσει την έννοια της υποταγής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αντωνοπούλου, Ν.,Μαρία (2008) Οι κλασσικοί της Κοινωνιολογίας, Αθήνα, εκδόσεις Σαββάλας

Craib, Ian (2009), Κλασσική Κοινωνική Θεωρία: Μία εισαγωγή στη σκέψη των Μαρξ, Βέμπερ, Ντυρκέμ και Ζίμμελ, μετάφραση Μ. Καρασαρίνης και Π. Λέκκας Αθήνα, εκδόσεις Κατάρτι

Γάγγας, Σ., (2010), «Ο Εμίλ Ντουρκχάιμ και η Συγκρότηση της Ηθικής στην Νεωτερικότητα», σε Σ. Μ. Κονιόρδο (επιμ.) Κοινωνική Σκέψη και Νεωτερικότητα, Αθήνα, εκδόσεις Gutenberg

Ραϋμόν, Α., (2008), Η Εξέλιξη της Κοινωνιολογικής Σκέψης, δεύτερος τόμος,μετάφραση Μπάμπης Λυκούδης, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση

h1

“Από ένα τόσο στραβό ξύλο σαν και αυτό από το οποίο έχει φτιαχτεί ο άνθρωπος, τίποτα εντελώς ίσο δεν μπορεί να γίνει”. Kant, “Idee zu einer allgemeinen geschichte in weltbürgerlicher absicht” (1784) VIII: 23, (όπως παρατίθεται από τον Φ. Παιονίδη στο «Στοιχεία Καντιανής ηθικής», σελ. 2, όπως αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα www.edlit.auth.gr/docs/files/propt/f109/stoixeia.doc στις 4.ΙΙΙ.2012..)

21 Αυγούστου, 2012

M

ΕΙΣΑΓΩΓΗ : ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΗΘΙΚΗ

Η φιλοσοφική σκέψη επιχειρεί μέσω του κλάδου της που ονομάζεται φιλοσοφική ηθική ή ηθική φιλοσοφία μια ενδελεχή θεώρηση των ηθικών πεποιθήσεων προσπαθώντας να δώσει μια περισσότερο συστηματική, σαφή, ενιαία, επαρκώς τεκμηριωμένη και με λογική συνοχή εικόνα του τρόπου με τον οποίο οφείλουμε να ζούμε. Στα νεότερα χρόνια η προσπάθεια αυτή εκβάλλει στη δημιουργία ηθικών θεωριών (ωφελιμισμός, καντιανή δεοντοκρατία, συμβολαιοκρατία, ενορασιοκρατία, φυσιοκρατία κοκ), δηλαδή την διατύπωση γενικών δικαιολογημένων αρχών μέσω των οποίων μπορούμε να προσεγγίσουμε κάθε ζήτημα ηθικού ενδιαφέροντος. (Παιονίδης Φ, 2010, σελ 3-4).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΝΤΙΑΝΗΣ ΗΘΙΚΗΣ
1.1 Η ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝΤ: Η ΚΟΠΕΡΝΙΚΕΙΑ ΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΚΑΝΤ
Η φιλοσοφία του Καντ αποτελεί μια πηγαία σύνθεση ορθολογισμού και εμπειρισμού, ενώ χαράσσει με σαφήνεια τα όριά τους: Η εμπειρία προϋποθέτει a priori στοιχεία που δεν πηγάζουν από την εμπειρία, αλλά είναι όροι της εμπειρίας. Tα a priori στοιχεία (κατηγορίες) αναφέρονται στην εποπτεία και δίχως την εποπτεία δεν μας δίνουν γνώση (Αυγελής Ν. , σελ 178). Στην Κριτική του Καθαρού Λόγου (1781) ο Καντ συγκρίνει την αλλαγή στον τρόπο του σκέπτεσθαι που εισάγει η υπερβατολογική του μέθοδος με την επανάσταση του Κοπέρνικου στην αστρονομία, που την ερμηνεύει ως επανάσταση στον τρόπο του σκέπτεσθαι. Ο Heinrich Heine περιγράφει την καντιανή εκδοχή της Κοπερνίκειας στροφής: «Πρωτύτερα ο λόγος σαν τον ήλιο περιστρεφόταν γύρω από τον κόσμο των φαινομένων και επεδίωκε να τον φωτίσει. Ο Καντ όμως κάνει τον λόγο, τον ήλιο να μένει ακίνητος και τον κόσμο των φαινομένων να περιστρέφεται γύρω του και να φωτίζεται ανάλογα με το αν εισέρχεται στην περιοχή του». Ταυτίζοντας συμβολικά ο Heinrich Heine το λόγο με τον ήλιο θέλει να τονίσει ότι το φως της γνώσης δεν εκπορεύεται από τα πράγματα, αλλά από το λόγο. Ο λόγος αφαιρεί από τα πράγματα καθεαυτά την αυτονομία τους και τα κάνει πράγματα για μας, τα κάνει φαινόμενα (Αυγελής Ν. , σελ 179).

1.2 H A PRIORI ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ

Το βασικότερο κείμενο όπου ο Καντ εξηγεί τα βασικά στοιχεία του ηθικού του συστήματος είναι το έργο του ‘Θεμέλια της μεταφυσικής των ηθών’ (1785). Στόχος του Kant είναι η αναζήτηση της ανώτατης αρχής της ηθικής. Οι ηθικές αρχές προκειμένου να έχουν κύρος, πρέπει να διέπονται από απόλυτη αναγκαιότητα, καθολικότητα και, ως συνέπεια των προηγουμένων, αντικειμενικότητα. (Ανδρουλιδάκης Κ. , σελ 33). Το αντικειμενικό κύρος στην ηθική κρίση μόνο ο Λόγος μπορεί να της το παράσχει. (Ανδρουλιδάκης Κ. , σελ 70). Σύμφωνα με τον Καντ, εάν υπάρχει κάτι το απεριόριστα καλό, αυτό είναι η αγαθή βούληση, η οποία υπόκειται στην επίδραση και την καθοδήγηση του λόγου (Παιονίδης Φ. , 2012, σελ 4). Η αγαθή βούληση είναι το ύψιστο αγαθό και προϋπόθεση όλων των άλλων αγαθών (Κenny A. , σελ 262). Δεν αποτελεί μέσο για την επίτευξη κάποιου απώτερου σκοπού, αλλά είναι αγαθή καθεαυτή. (Παιονίδης Φ. , 2012, σελ 4). Ούτε η αγαθή βούληση ούτε ο λόγος συνδέονται με την επίτευξη της ευτυχίας (Κenny A. , σελ 262), αφού οι έννοιες της ευδαιμονίας και της ηδονής είναι εμπειρικές (Ανδρουλιδάκης Κ. , σελ 87). Το ηθικά ορθό και το ηδύ, όχι μόνο δε συνταυτίζονται , αλλά συχνά έρχονται και σε αντίθεση μεταξύ τους (Βαλλιάνος Π. , σελ 57).
1.3 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ.

Για να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που κάνει την βούληση αγαθή καθεαυτήν, πρέπει πρώτα να διαφωτίσουμε την έννοια του καθήκοντος, που αναγνωρίζεται ως έγκυρη και αναμφισβήτητη (Ανδρουλιδάκης Κ. , σελ 76). Το να πράττει κανείς από καθήκον σημαίνει να επιδεικνύει καλή βούληση ενάντια στις δυσκολίες. Πρέπει όμως να διακρίνουμε μεταξύ του να πράττει κανείς σύμφωνα με το καθήκον και του να πράττει κανείς με κίνητρο το καθήκον (Κenny A. , σελ 262). Εκείνο που έχει σημασία είναι ο δρων να έχει ως κίνητρό του ηθικές αρχές, η πραγμάτωση των οποίων ενέχει για αυτόν χαρακτήρα καθήκοντος (Παιονίδης Φ. , 2012, σελ 4-5), ακόμη κι αν το καλώς πράττειν συνεπάγεται οδύνη (Κenny A. , σελ 263). Η ηθική αξία μιας πράξης που γίνεται από καθήκον δεν έγκειται στην πρόθεση που επιδιώκεται, αλλά στο γνώμονα σύμφωνα με τον οποίο αποφασίζεται. Ο γνώμονας είναι η υποκειμενική αρχή της βούλησης (Ανδρουλιδάκης Κ. , σελ 76-77). Ο Καντ διέκρινε δύο μορφές βούλησης, την εμπειρική και την καθαρή. Θεωρεί ότι η ηθική συμπεριφορά μας είναι προϊόν της βούλησής μας στην καθαρή μορφή της (Πελεγρίνης Θ. , σελ 98). Το κριτήριο για τη συνάρτηση της ηθικής συμπεριφοράς μας με την καθαρή μορφή της βούλησής μας είναι η ελευθερία. Η εμπειρική ελευθερία δηλώνει την ανεξαρτησία της βούλησης από εξωτερικούς παράγοντες, αλλά δεν συνιστά γνήσια ελευθερία, αφού καθορίζεται εσωτερικά από σκέψεις, αισθήματα και άλλες ψυχολογικές αναγκαιότητες (Ανδρουλιδάκης Κ. , σελ 48). Η έννοια της ελευθερίας της βούλησης σημαίνει τον αυτοκαθορισμό της, αφού η καθαρή βούληση δεσμεύεται από εκείνο που η ίδια θέτει ως επιδίωξή της. Πρόκειται δηλαδή για αυτοδέσμευση (Πελεγρίνης Θ. , σελ 99). Η ελευθερία της βούλησης, κατά τον Καντ, συνίσταται στην αυτονομία της, η οποία είναι εφικτή στο πλαίσιο μόνο της καθαρής της μορφής. Η αυτονομία της βούλησης έχει δύο παραμέτρους, της απόλυτης ελευθερίας επιλογής του ηθικού τρόπου και της άτεγκτης υπακοής αυτού χωρίς αποκλίσεις, που επισημάνθηκαν από τον Καντ στο πλαίσιο της κατηγορικής προσταγής (Πελεγρίνης Θ. , σελ 100).
1.4 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΓΗΣ

Ο γνώμονας με τον οποίο αποφασίζεται η ηθική πράξη που γίνεται από καθήκον είναι ο σεβασμός προς τον καθολικό ηθικό νόμο (Παιονίδης Φ, 2012, σελ 5). Η έννοια αυτή ενυπάρχει σε κάθε έλλογο ον και ακολούθως η αρχή που με αναγκαιότητα διέπει την αγαθή βούληση είναι η ακόλουθη: «Πράττε μόνο σύμφωνα με ένα τέτοιο γνώμονα, μέσω του οποίου μπορείς συνάμα να θέλεις, αυτός ο γνώμονας να γίνει καθολικός νόμος» (Kant I , σελ 71). Ο Καντ προτείνει και μια άλλη διατύπωση: «Να πράττεις κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μεταχειρίζεσαι πάντα την ανθρωπότητα, είτε στο πρόσωπό σου είτε στο πρόσωπο κάθε άλλου, ποτέ απλώς ως μέσον, αλλά πάντα και ως σκοπό ταυτόχρονα». Είναι η περίφημη ‘κατηγορική προσταγή του Καντ (Κenny A. , σελ 263-264). Η κατηγορική προσταγή διατυπώνει την αναγκαιότητα ο υποκειμενικός γνώμονας να καθίσταται καθολικός νόμος προστάζοντας τη σύζευξη του ατομικού πρέπει με το καθολικό (Kant I , σελ 71). Η τελική αρμονία του Είναι και του δέοντος, η αναπόδραστη πορεία της τάξης της φύσης προς το «τέλος» του κόσμου, την τάξη των σκοπών, που είναι το ύψιστο αγαθό, είναι δυνατή μόνο εφόσον αποδεχόμαστε μια ύψιστη αιτία του κόσμου, την έννοια του θεού, όχι ως δημιουργού, ούτε ως εξήγησης της ‘αφετηρίας’ του κόσμου, αλλά ως εγγυητή του ηθικού στόχου και της τελικής εγκόσμιας κατάστασης (Κασσίρερ Ε, σελ 390-391).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ.
2.1 Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΟ ΕΙΝΑΙ ΩΣ «ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ» ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ. Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
Το ‘πράγμα καθεαυτό’ ή όντως ον του Καντ είναι μια πραγματικότητα ασύλληπτη, που βρίσκεται έξω από την εμπειρία και τις κατηγορίες της νόησης. Ο Νίτσε αμφισβητεί το ‘πράγμα καθεαυτό’ ως έννοια ενός αντικειμένου που είναι κάτι διακριτό και κάτι περισσότερο από το σύνολο των επενεργειών του πάνω σε κάθε άλλο πράγμα. Ένα πράγμα δεν μπορεί να ειδωθεί ξεχωριστά από τις ποικίλες αλληλεξαρτήσεις του. Και επεκτείνοντας τη σκέψη του, γράφει: «’Η ουσία΄, ‘η ουσιαστική φύση΄ είναι κάτι προοπτικό και προϋποθέτει ήδη μια πολλαπλότητα. Στη ρίζα του υπάρχει πάντα ένα ‘τι είναι αυτό για μένα;’ (για μας, για καθετί που ζει κτλ.)» (ΘΔ556). Το ερώτημα αυτό δηλαδή δεν μπορεί να απαντηθεί με τον ίδιο τρόπο για όλους (Νεχαμάς Α, σελ 129-131). Φανταστικές επινοήσεις είναι το υποκείμενο, η ουσία, ο λόγος, αλλά αναγκαίες, αφού πηγάζουν από την ταξινομητική, απλουστευτική, παραποιητική ιδιότητα που ενυπάρχει μέσα μας και που δημιουργεί τεχνητές διακρίσεις, κατηγοριοποιήσεις των φαινομένων, προκειμένου να κυριαρχήσουμε στην πολλαπλότητα των αισθήσεων (Delhomme J, σελ 131). «Τέτοιο υπόστρωμα δεν υπάρχει, δεν υπάρχει ‘είναι’ πίσω από το ‘πράττειν’, το ‘επενεργείν’, το ‘γίγνεσθαι’. Ο ‘πράττων’ είναι απλώς μια επινόηση που προστέθηκε στην πράξη- η πράξη είναι το παν» (ΓΗ, Ι, 13) (Νεχαμάς Α, σελ 257-258). Κατ΄επέκταση το γίγνεσθαι είναι το Είναι του όντος, η ζωή που αδιάκοπα μεταβάλλεται. Το όντως ον είναι το γίγνεσθαι, αυτό όμως συνεπάγεται ότι όσο πιο σταθερό είναι το ον, τόσο λιγότερο ον είναι: επομένως ο θεός είναι ένα μη ον, δηλαδή ‘ο θεός είναι νεκρός’ (Αυγελής Ν. , σελ 196-197).
Ο Νίτσε αντιτίθεται στην επαναφορά της χριστιανικής-πλατωνικής φιλοσοφίας που επιχείρησε ο Καντ. Κάνει λόγο για ηθικό φανατισμό, για ‘ένστικτο του θεολόγου’ του Καντ. «Τι καταστρέφει (έναν άνθρωπο) ταχύτερα από το να σκέφτεται, να νιώθει χωρίς εσωτερική ανάγκη, χωρίς βαθιά προσωπική επιλογή, χωρίς χαρά, σαν αυτόματο του ‘καθήκοντος’;» (Gane L, σελ 33). Η χριστιανική ηθική, που την κοσμική της εκδοχή εισήγαγε ο Καντ, καταδικάζει ως κακό την αυτοεπιβεβαίωση, την υπερηφάνεια, την ανδρεία και τη θέληση για δύναμη, που είναι οι αληθινές αρετές, όπως ήταν και για τους αρχαίους Έλληνες, και περιβάλλει με το φωτοστέφανο της αγαθότητας τους υποχωρητικούς, τους αξιολύπητους, τους δούλους (Κenny A , σελ 301). Καλοί είναι οι άθλιοι, οι πένητες, οι ανήμποροι, οι ταπεινοί, οι ευσεβείς και οι στερημένοι (Nietzsche F. , ΓΗ, σελ 43). Πρόκειται για την ‘ηθική του δούλου’ στην οποία ο Νίτσε αντιπαραθέτει μια αρχαία ελληνική, παγανιστική ηθική, που υμνεί τη ζωή και αρνείται την αντίθεση μεταξύ καλού και κακού (Κenny A , σελ 301-302). Μια αντίθεση, που η ηθική απολυτοκρατία εκλαμβάνει ως απόλυτη και αντικειμενική (Νεχαμάς Α, σελ 309). Ο σύγχρονος άνθρωπος μνησικακεί απέναντι στη δύναμη και την αξιοπρέπεια που ο ίδιος δεν δύναται να φτάσει και αναλώνεται στην προσπάθεια να εξισώσει τους πάντες και ισοπεδώνοντας την διαφορετικότητα να συνθλίψει αυτούς που τολμούν να πετυχαίνουν και να διακρίνονται από την αγέλη (Κenny A. , σελ 303). Αυτή τη θέση τη συναντάμε ήδη στον Πλατωνικό Γοργία, 483b-483c:
οὐδὲ
[483b] γὰρ ἀνδρὸς τοῦτό γ’ ἐστὶν τὸ πάθημα, τὸ ἀδικεῖσθαι, ἀλλ’
ἀνδραπόδου τινὸς ᾧ κρεῖττόν ἐστιν τεθνάναι ἢ ζῆν, ὅστις
ἀδικούμενος καὶ προπηλακιζόμενος μὴ οἷός τέ ἐστιν αὐτὸς
αὑτῷ βοηθεῖν μηδὲ ἄλλῳ οὗ ἂν κήδηται. ἀλλ’ οἶμαι οἱ
τιθέμενοι τοὺς νόμους οἱ ἀσθενεῖς ἄνθρωποί εἰσιν καὶ οἱ
πολλοί. πρὸς αὑτοὺς οὖν καὶ τὸ αὑτοῖς συμφέρον τούς τε
νόμους τίθενται καὶ τοὺς ἐπαίνους ἐπαινοῦσιν καὶ τοὺς
[483c] ψόγους ψέγουσιν• ἐκφοβοῦντες τοὺς ἐρρωμενεστέρους τῶν
ἀνθρώπων καὶ δυνατοὺς ὄντας πλέον ἔχειν, ἵνα μὴ αὐτῶν
πλέον ἔχωσιν, λέγουσιν ὡς αἰσχρὸν καὶ ἄδικον τὸ πλεον-
εκτεῖν, καὶ τοῦτό ἐστιν τὸ ἀδικεῖν, τὸ πλέον τῶν ἄλλων
ζητεῖν ἔχειν• ἀγαπῶσι γὰρ οἶμαι αὐτοὶ ἂν τὸ ἴσον ἔχωσιν
φαυλότεροι ὄντες.
Η εχθρότητα του Νίτσε προς τον Χριστιανισμό εξελίχθηκε σε εχθρότητα προς τον σοσιαλισμό, τον θετικισμό, τον ωφελιμισμό, τη δημοκρατία (Κenny A. , σελ 303), ιδεολογίες που έφθειραν την πνευματική και βιολογική δύναμη του ανθρώπου και τον οδήγησαν στην παρακμή του (Βαλλιάνος Π. , σελ 183).

2.2 «Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΤΑΓΩΓΙΚΟ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΑΝΤΛΟΥΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ» (FOUCAULT Μ. , ΣΕΛ 48). ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ.

Ο Καντ βλέπει στο ρου της ιστορίας την όλο και πληρέστερη λύση μιας άπειρης αποστολής και επιχειρεί να την νοηματοδοτήσει αναζητώντας την αφηρημένη ενότητα ενός ηθικού αιτήματος (Κασσίρερ Ε, σελ 341). Για τον Νίτσε η ιστορία, καθώς βρίθει από εντάσεις, λιποψυχίες, μυστικές μανίες, αναταραχές είναι το ίδιο το σώμα του γίγνεσθαι (Foucault Μ. , σελ 50). Ο ίδιος ο νόμος επιτρέπει την άσκηση βίας επί της βίας και την κάμψη των κυρίαρχων από μια νέα κυριαρχία. Το έργο της ερμηνείας ως δόλιας ιδιοποίησης, υφαρπαγής και μεταβολής ενός συστήματος κανόνων και επιβολής μιας νέας κάθε φορά οδηγητικής αρχής δεν εμπίπτει στη σφαίρα της μεταφυσικής. Κάτω από αυτό το πρίσμα το γίγνεσθαι της ανθρωπότητας είναι μια σειρά ερμηνειών (Foucault Μ, σελ
64-65). Ο κόσμος δεν είναι μια ενότητα, ούτε σαν κόσμος αισθητός, ούτε σαν πνεύμα και ο άνθρωπος δεν είναι το αποτέλεσμα μιας καθαυτό πρόθεσης, ενός σκοπού. Αυτό αποτελεί την μεγάλη λύτρωση και αποκαθιστά την αθωότητα του γίγνεσθαι. Αρνιόμαστε την ευθύνη του θεού και μονάχα έτσι σώζουμε τον κόσμο (Delhomme J, σελ 142). Η Εγελιανή θεωρία για την γραμμική και εξελικτική πορεία της ιστορίας δεν είναι παρά μια μετάθεση του καθήκοντος της αυθυπέρβασης στο θεό της ιστορίας. Η αλήθεια, ή καλύτερα- αφού δεν υπάρχουν αλήθειες- η καλύτερη δυνατή ερμηνεία, η ερμηνεία που εξαίρει την ίδια τη ζωή είναι ότι η ιστορία ακολουθεί πορεία κυκλική (Κenny A. , σελ 303). ‘‘Όλα φεύγουν, όλα ξανάρχονται πίσω. Αιώνια κυλά ο τροχός του Είναι…Κάθε στιγμή αρχίζει το Είναι (Ζ, ΙΙΙ,13)’’ ( Νεχαμάς Α, σελ 223). Πρόκειται για το δόγμα της αιώνιας επιστροφής,

2.3 Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Ο θεός είναι νεκρός, επομένως ο άνθρωπος είναι που επιστρατεύοντας ό, τι πιο ισχυρό υπάρχει μέσα του δύναται να υπερβεί τον εαυτό του μέσα στον Υπεράνθρωπο και να τελειοποιήσει τον κόσμο (Κenny A. , σελ 301). Ο Υπεράνθρωπος αντικαθιστά την ασφυκτική παράδοση των ηθικών φραγμών και της τιμωρίας με ένα νέο σύστημα αξιών, που εφορμά από τα αρχέγονα αρχέτυπα της ανθρώπινης εκρηκτικής ενεργητικότητας και δημιουργικότητας, από τις ορμές, τις δυνάμεις και τα ένστικτά του, καθώς και από τη βούλησή του για κυριαρχία. Με την αυθυπέρβαση του όντος μέσα στο υπερανθρώπινο θα επιτευχθεί η υπέρβαση της σύγχρονης πραγματικότητας, το υπαρκτικό άλμα που εγκαινιάζει την εποχή της φυσικής ελευθερίας (Βαλλιάνος Π. , σελ 187).

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Ο Καντ αντίκρισε τον Λόγο στο επιβλητικό του μεγαλείο, όμως αγνόησε τον πραγματικό, ελεύθερο, τραγικό άνθρωπο (Παπανούτσος Ε, σελ 268). Από την άλλη, το αιρετικό πνεύμα του Νίτσε ακροβάτησε «στα όρια της σκέψης χωρίς ποτέ να συναντήσει τη σκέψη- όριο» (Delhomme J, σελ 13) και τραγικά παραφρόνησε, επαληθεύοντας τη ρήση ότι «η ανθρώπινη ύπαρξη δεν μπορεί να υπερβατεί, χωρίς αυτή η υπέρβαση να αναιρεί την ίδια την ύπαρξη» (Καγγελάρης Φ, σελ 6).

«Ας είναι, συνεχίζω να ζω. Και τη ζωή, τουλάχιστον, δεν την επινόησε η ηθική: η ζωή χρειάζεται την ψευδαίσθηση, απ΄ αυτήν ζει….. Αλλά νάμαι κιόλας, έτσι δεν είναι; Έτοιμος να ξαναρχίσω και να κάνω αυτό που έκανα πάντοτε -τέτοιος ανήθικος και αμετανόητος ορνιθοθήρας που είμαι- να μιλήσω, δηλαδή, εναντίον της ηθικής, έξω από την ηθική, πέρα απ΄ το καλό και το κακό». Ανθρώπινο, πολύ Ανθρώπινο, Ι.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -Ανδρουλιδάκης Κ., Καντιανή Ηθική. Θεμελιώδη Ζητήματα και Προοπτικές, Ιδεόγραμμα, Αθήνα 2010. -Αυγελής Ν. , Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1998. -Βαλλιάνος Π., Φιλοσοφία στην Ευρώπη, τ. Γ, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000. -Delhomme J. , Nίτσε, μτφρσ. Φ. Πρεβεδούρου, εκδ. Πλέθρον, 1994. -Foucault, M., «Ο Νίτσε, η γενεαλογία, η ιστορία», στου ιδίου, Τρία κείμενα για τον Νίτσε, μετάφραση Δ. Γκινοσάτης, επίμετρο G. Deleuze, Πλέθρον, Αθήνα, 2003.
-Gane L, Νίτσε, μτφρσ. Γαϊδατζή Φ. , εκδ. Τα Νέα 2012. -Καγγελάρης Φ, Η διαδικασία της αποπροσωποποίησης στη σχιζοφρένεια: Το βλέμμα και το Είναι στην ψύχωση, Ελληνικά Γράμματα, 2003.
-Kant Ι., Τα Θεμέλια της Μεταφυσικής των Ηθών, εισαγωγή – μετάφραση – σχόλια Γ. Τζαβάρα, Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα 1984.
-Kenny Α., Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, μετάφραση Δ. Ρισσάκη, Νεφέλη, Αθήνα 2005
-Νεχαμάς Α., Νίτσε: Η ζωή σαν λογοτεχνία, μετάφραση Α. Παπακωνσταντίνου – Αρχοντή Κόρκα, επιμέλεια Κ. Λιβιεράτος, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2002
-Nietzsche, F., Γενεαλογία της Ηθικής, Πραγματεία Πρώτη & Δεύτερη, μετάφραση – επιμέλεια Ζ. Σαρίκας, Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2001.
-Παιονίδης Φ. , Corpus Πανεπιστημιακών παραδόσεων για το μάθημα Φ109: ‘ Ηθική Φιλοσοφία’, εαρινό εξάμηνο 2010, ΑΠΘ.
-Παπανούτσος Ε. Π, Ηθική, τ. 1, Αθήνα, 1995. -Πελεγρίνης Θ. , Αρχές Φιλοσοφίας, Β΄Λυκείου, θεωρητικής κατεύθυνσης, ΟΕΔΒ, 2002.
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ
-Παιονίδης Φ , Στοιχεία Καντιανής ηθικής, όπως αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα http://www.edlit.auth.gr/docs/files/propt/f109/stoixeia.doc στις 4.ΙΙΙ.2012.

h1

«ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΟΜΩΣ ΘΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕΙ ΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΤΟΝ ΥΣΤΕΡΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ.»

17 Ιουνίου, 2011

medieval map

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Σ’ αυτή την εργασία θα προσπαθήσω να παρουσιάσω τις μεταβολές που υπέστη το κέντρο της Ευρώπης από τον ύστερο μεσαίωνα μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Στο πρώτο κεφάλαιο, θα προσπαθήσω να καθορίσω την Ευρώπη σαν γεωγραφική οντότητα και να προσδιορίσω την έκταση της κατά το έτος 1000. Στη συνέχεια θα επιχειρήσω να περιγράψω την πολιτική κατάσταση και το νοητό κέντρο αυτής της περιόδου. Στα επόμενα κεφάλαια θα περιγράψω τις αιτίες για την μετακίνηση του κέντρου της, ενώ στο τέλος θα επιχειρήσω μια καταγραφή της προσπάθειας διχοτόμησης και των προσπαθειών ένωσης.

1.Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΑΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΟΝΤΟΤΗΤΑ

Η Ευρώπη λόγω της απουσίας συγκεκριμένων γεωγραφικών συνόρων, υπήρξε από καταβολής του όρου μια μεταβαλλόμενη γεωγραφική οντότητα. Ανάλογα με την εποχή, οι ευρωπαίοι προσλάμβαναν και απέλυαν στους κόλπους της, λαούς ή έθνη σε μια διαδικασία που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Η ασαφής γεωγραφική διάρθρωση της ηπείρου, ακολουθούσε τις δραστηριότητες των κατοίκων της, οι οποίες φαίνονται να είχαν σαν αφετηρία τη μεσόγειο, όπου εμφανίζονται και οι πρώτες οργανωτικές δομές. «…ο ελληνικός κόσμος και ο πολιτισμός που άνθισε εκεί είναι όντως η αφετηρία αυτής της ανθρώπινης περιπέτειας που είναι η ιστορία των Ευρωπαίων.» .(Claude Mosse στο Αρβελέρ-Aymard 2003: 59)
Την αρχή της περιόδου που εξετάζουμε (περί το έτος 1000), η Ευρώπη έχει εξαπλωθεί χωρικά σε σχέση με τους Ρωμαϊκούς χρόνους τοποθετούμενη ανάμεσα στον Ατλαντικό και τα Ουράλια, ενώ τα ανατολικά της σύνορα παραμένουν ακαθόριστα. Αν και είναι χωρισμένη σε ανατολή και δύση, αποτελείται από αμιγώς χριστιανικούς πληθυσμούς « H Republica Christiana, είναι χριστιανικό κράτος και συναθροίζει ορισμένους λαούς και διάφορες κοινότητες, και ανταποκρίνεται , από αυτό και μόνο το γεγονός, σε μια ορισμένη περιοχή, που τυχαίνει να είναι η Ευρώπη.» (Grimal-Millotte-Raynal 1990:46).

2.Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΗΝ ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΧΙΛΙΕΤΙΑΣ

Στην ανατολή η βυζαντινή αυτοκρατορία βρίσκεται στο απόγειο της. Εκτείνεται από την Τραπεζούντα ως το Μπάρι και από τον Δούναβη ως τον Ευφράτη. Η Κωνσταντινούπολη είναι η μεγαλύτερη πόλη της χριστιανοσύνης και κυριαρχεί στο εμπόριο. «…βρίσκεται στο σταυροδρόμι των μεγάλων χερσαίων και ναυτικών οδών που συνδέουν τη βόρεια Ευρώπη και τη μεσογειακή λεκάνη, με την Εγγύς Ανατολή και την Ασία, ελέγχει τις ανταλλαγές προς ανατολάς και προς βορρά μέχρι τη Ρωσία και τη Σκανδιναβία.» (Berstein-Milza 1997:71).
Κυβερνάται από ισχυρούς αυτοκράτορες που εξασφαλίζουν τη συνοχή στο εσωτερικό και την ασφάλεια από εξωτερικούς κινδύνους, ενώ είναι μια αδιαμφισβήτητη θαλάσσια υπερδύναμη που εγγυάται την ασφάλεια του δια θαλάσσης εμπορίου.

Στη δύση η ύπαιθρος σπαράσσεται από ένοπλες συρράξεις μεταξύ τοπικών ηγεμόνων καθιστώντας το χερσαίο εμπόριο εξαιρετικά επισφαλές, ενώ τα παράλια λυμαίνονται πειρατές. «Μουσουλμάνοι εμίρηδες κατείχαν τα παράκτια νησιά Σαρδηνία, Κορσική και Σικελία. Η χρόνια πολιτική αστάθεια της περιοχής προσέλκυσε τυχοδιώκτες, και λίγο μετά το 1000 οι Νορμανδοί πειρατές έκαναν την εμφάνιση τους στη νότια Ιταλία.» (Nicholas 1993:281).

3.ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ

Οι σταυροφορίες, ανοίγουν το δρόμο για την επέκταση της δύσης, πυροδοτώντας μια πρωτοφανή κινητικότητα «Από την επαύριο κιόλας της άλωσης της Ιερουσαλήμ, ολόκληροι στόλοι δρομολογήθηκαν για να μεταφέρουν κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητών που έρχονταν από όλη τη δύση για να επισκεφτούν τους Άγιους Τόπους» .(Richard στο Αρβελέρ-Aymard 2003: 259)
Ιταλικές και Γαλλικές πόλεις συνάπτουν εμπορικές σχέσεις με την άλλη πλευρά της μεσογείου. Στα λιμάνια της δύσης, αναπτύσσονται μεγάλες βιοτεχνίες που μετατρέπουν τις πρώτες ύλες από την ανατολή σε προϊόντα προς πώληση. Μέσω της ανάπτυξης του εμπορίου, η δύση βγαίνει από έναν οικονομικό λήθαργο έξι αιώνων, που επιτρέπει την ανασύνταξη των παπικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα την ανακατάληψη της Ισπανίας και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης τον 13ο αιώνα.
Την ίδια περίοδο στο βορρά, η επέκταση των αρόσιμων γαιών με την αποψίλωση των δασών και την αποξήρανση των ελών βρίσκεται στο απόγειο της, τροφοδοτώντας έναν εσωτερικό αποικισμό από τη Φλαμανδική ακτή μέχρι τη Σλαβική κεντρική Ευρώπη. Τον 14ο και τον 15ο αιώνα η δυτική Ευρώπη ισχυροποιείται πολιτικά «Η δυτική Ευρώπη βλέπει να γεννιούνται πάνω στα ερείπια των μεσαιωνικών αντιλήψεων που κληρονομήθηκαν από τον ρωμαϊκό πολιτισμό, τα πρώτα έθνη-κράτη (η Ισπανία, η Γαλλία και η Αγγλία) γεωγραφικά προσδιορισμένα από σύνορα.» (Berstein-Milza 1997:257)

Η πτώση της Κωνσταντινούπολης τον 15ο αιώνα επιφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στην Ευρώπη. Η πτώση, συνεπάγεται και αλλαγή κυριότητας των στενών (Βοσπόρου και Δαρδανελίων), καθιστώντας πολύ δύσκολο το εμπόριο με την Ανατολή, που γινόταν κυρίως μέσω των λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας. Η Ευρώπη μετακινείται δυτικότερα, ενώ αναζητά νέους εμπορικούς δρόμους. Από την Ιβηρική χερσόνησο ξεκινούν οι μεγάλες εξερευνήσεις σε αναζήτηση νέων εμπορικών δρόμων για την Ασία. Οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι πρωτοστατούν σε αυτές τις προσπάθειες. «Νέα κράτη με δυναμισμό και κεκτημένη ορμή από τα χρόνια της ανάκτησης της Ιβηρικής χερσονήσου, επιδίωξαν να συμμετάσχουν στο εμπόριο με την Ανατολή, η οποία βρισκόταν στα χέρια των Αράβων και των Ιταλικών πόλεων, ανακαλύπτοντας νέους θαλάσσιους δρόμους που θα οδηγούσαν στην Ασία και τα προϊόντα της.» (Ράπτης 1999:134) Η ανακάλυψη της Αμερικανικής Ηπείρου και η ίδρυση αποικιών, τροφοδοτεί τη Δύση με φτηνές πρώτες ύλες και πολύτιμα μέταλλα, ενώ ξανασχεδιάζει την οργάνωση της παραγωγής. Το κράτος προσβλέποντας στην ειδίκευση και την κατανομή της εργασίας που θα διαχειριστεί τους νέους πόρους, αναπτύσσει ένα συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα, θεμελιώδες συστατικό της γέννησης των εθνικισμών. «Ωστόσο η ισχυρότερη μακρόχρονη επίδραση των ανακαλύψεων ήταν η αργή, με διακοπές, αλλά συνεχής μετατόπιση του πολιτικού, οικονομικού και πολιτισμικού βάρους της Ευρωπαϊκής ηπείρου από τη Νότια και Κεντρική Ευρώπη στη Δυτική Ευρώπη και συγκεκριμένα στις χώρες που βρέχονται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.» (Ράπτης 1999:138)

4.ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟ

Η ανακάλυψη της τυπογραφίας και η διάδοση του ευαγγελίου στα χέρια των λαϊκών, πυροδότησε μια μεταρρυθμιστική καταιγίδα (Λουθηρανισμός, Προτεσταντισμός, Αγγλικανισμός), χωρίζοντας τα κράτη της Βόρειας Ευρώπης από τον Ρωμαιοκαθολικισμό και γεννώντας εθνικισμούς. «Η ανάγκη αποκοπής και κατ’ επέκταση διαχωρισμού από τη Ρώμη υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στη δημιουργία εθνικής συνείδησης για τους λαούς της Βόρειας Ευρώπης, όπου η αποδοχή του Λουθηρανισμού και των παραλλαγών του ήταν καταλυτική.» (Λεοντίδου 2008:42)
Η δήμευση των εκκλησιαστικών περιουσιών, συνέβαλε στην αύξηση των κρατικών εσόδων. «Όταν η Σουηδία ασπάσθηκε το λουθηρανισμό, η κυριαρχία του στέμματος στα κτήματα της χώρας πέρασε από το 5 στο 28%…» (Nolte στο Αρβελέρ-Aymard 2003:111)
Στην Ανατολική Ευρώπη η τυπογραφία εισήχθη αργοπορημένα, αφού προσέκρουε στην αντίθεση της Εκκλησίας, σε αντίθεση με την προτεσταντική παιδεία, που έδινε μεγάλη σημασία στην ανάγνωση, μεγαλώνοντας την απόσταση μεταξύ των δύο ευρωπαϊκών πόλων.

Τον 17ο αιώνα στην Βορειοδυτική Ευρώπη, παρουσιάζεται μια ραγδαία ανάπτυξη του μεγάλου θαλάσσιου εμπορίου που ευνοεί τα λιμάνια του Ατλαντικού που πλουτίζουν από το «τριγωνικό εμπόριο». Η οικονομία της ενδοχώρας αυτών των λιμανιών τονώνεται χάρη στη διευθέτηση των υδάτινων οδών, την κατασκευή διωρύγων και στη Γαλλία την δημιουργία ενός δικτύου βασιλικών οδών. «Συγκοινωνία δια θαλάσσης, διαμέσου των ποταμών και δια ξηράς σε μεγάλη ανάπτυξη, περισσότεροι έμποροι και πλοία, περισσότερες αγορές και εμποροπανηγύρεις…» (Aymard στο Αρβελέρ-Aymard 2003:101)

5.Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Από τα μέσα του 18ου αιώνα ξεκινάει από την Αγγλία η βιομηχανική επανάσταση.
Οι δομές ανάπτυξης της υπήρχαν, αφού το διεθνές μεγαλεμπόριο, διέθετε τα απαραίτητα κεφάλαια, ενώ το πιστωτικό σύστημα είχε αναπτυχθεί για να υπηρετήσει τις θαλάσσιες μεταφορές. Ο Διαφωτισμός παρέχει τα ιδεολογικά κίνητρα με την πίστη προς την επιστήμη, την τεχνολογία και την πρόοδο. Στην Αγγλία επίσης, αφθονεί ο γαιάνθρακας, η κινητήρια δύναμη των μηχανών. «Το σημαντικότερο γεγονός παραμένει το χάσμα που ανοίγεται ανάμεσα στη Βορειοδυτική Ευρώπη, όπου παρουσιάζονται οι κυριότερες διαδικασίες εκσυγχρονισμού, και την υπόλοιπη ήπειρο, που διατηρείται στο περιθώριο αυτών των διαδικασιών σε μια αρχαϊκή κατάσταση.» (Berstein-Milza 1997:438)
Η εφεύρεση της ατμομηχανής και οι νέες μέθοδοι κατασκευής του ατσαλιού δημιουργούν ένα νέο μέσο, τον σιδηρόδρομο, που επέτρεψε την μεταφορά ασύλληπτων για την εποχή ποσοτήτων σε πολύ μικρό χρόνο, ανεφοδιάζοντας επαρκώς τον πληθυσμό που είχε κατακλύσει τα βιομηχανικά κέντρα για να επανδρώσει την παραγωγή. «…με κόστος που να μειώνεται τόσο γρήγορα ώστε να μην εξαρτάται πλέον από την υπάρχουσα ζήτηση, αλλά να δημιουργεί τη δική του αγορά.» (Hobsbawm 1990:53)

6.ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ

Η ραγδαία εξέλιξη της βιομηχανίας και η οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε οδήγησε στην όξυνση του ανταγωνισμού Γερμανίας-Αγγλίας για την εξασφάλιση του μονοπωλίου των διεθνών αγορών. «Η διεθνής πολιτική αντιπαλότητα ακολούθησε τα ίχνη της οικονομικής ανάπτυξης και του οικονομικού ανταγωνισμού, αλλά το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της γνώρισμα ήταν ακριβώς το γεγονός ότι δεν είχε κανένα όριο.» (Hobsbawm 1997:29)
Ένας καταστροφικός πόλεμος ξεκινάει το 1914, συμπαρασύροντας στη δίνη του το σύνολο των ευρωπαϊκών κρατών, ενώ όταν λήγει, η καπιταλιστική Ευρώπη του 19ου αιώνα είναι σκιά του παλιού εαυτού της. «Επρόκειτο για έναν παράλογο και καταστροφικό σκοπό που πράγματι κατέστρεψε και νικητές και ηττημένους. Εξώθησε τους ηττημένους στην επανάσταση και τους νικητές στη χρεοκοπία και τη φυσική εξάντληση.» (ο.π.:29)
Οι δυσβάσταχτες αποζημιώσεις που κλήθηκαν να καταβάλουν οι ηττημένοι καθώς και η νόθευση της αρχής της αυτοδιάθεσης των εθνών∙ «Αντίθετα προς την αρχή της αυτοδιάθεσης, αρκετές από τις περιοχές που αποσπάστηκαν από την Αυστρία ήταν ως επί το πλείστον γερμανόφωνες…» (Burns 2006:836) προδιέγραψαν ένα ζοφερό μέλλον για την Ευρώπη, που σε λίγα χρόνια επέστρεψε στα πεδία των μαχών σε έναν ακόμη πιο καταστροφικό πόλεμο.

7.ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ

Μετά το τέλος του Β΄Π.Π., η Σοβιετική Ένωση αναδείχθηκε σε υπερδύναμη. Οι Η.Π.Α., φοβούμενες ότι η εξάπλωση της κεντρικά ελεγχόμενης οικονομίας κομμουνιστικού τύπου στην Ευρώπη θα τους στερήσει τις ευρωπαϊκές αγορές, προχώρησαν το 1947 στην εξαγγελία του σχεδίου Μάρσαλ, με σκοπό την ανάκαμψη της οικονομίας, στις πληττόμενες από τον πόλεμο χώρες. Η αμοιβαία καχυποψία των δύο υπερδυνάμεων χωρίζει την Ευρώπη σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα-σφαίρες επιρροής της καθεμιάς. Τα τείχη ορθώνονται καταμεσής της Ευρώπης.

Η Γαλλία και η Βρετανία, έχοντας περιπέσει στην κατηγορία περιφερειακής δύναμης και φοβούμενες αμερικανικό σχέδιο ενσωμάτωσης των, προχωρούν στη συγκρότηση ευρωπαϊκών συνασπισμών, (Ευρωπαϊκή Κοινοπραξία Άνθρακα και Χάλυβα το 1951, Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1957, Ευρωπαϊκή Ένωση το 1993).
Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στη Σοβιετική Ένωση και στην Ανατολική Ευρώπη τη διετία 1989-1991 η Ευρωπαϊκή Ένωση διευρύνεται και από το 1995 τίθεται σε ισχύ η συνθήκη του Schengen, καταργώντας τους ελέγχους σε ανθρώπους και αγαθά μεταξύ των εθνικών συνόρων των μελών της.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια μέσα από την διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσπαθεί να συμφιλιώσει την ταραγμένη ιστορία της με την επίσης ταραγμένη γεωγραφία της. Οι θέσεις των πολιτών της μοιράζονται ανάμεσα στον εθνικισμό, την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την παγκοσμιοποίηση. Η περιφέρεια της Ευρώπης (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία και βεβαίως Ελλάδα), περιθωριοποιείται για μια ακόμη φορά. Οι ταραχές είναι συχνότερες, η δυσαρέσκεια των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων μεγαλώνει, όπως και η αποχή του εκλογικού σώματος από τις διαδικασίες. Υπάρχει χώρος στο κοινό όραμα των ευρωπαϊκών λαών, για την πολυμορφία και τις εθνικές ιδιαιτερότητες της κάθε ομάδας; Αρκούν οι υπάρχοντες θεσμοί για την στήριξη της οικονομίας; Εν κατακλείδι, χρειαζόμαστε περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη;

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Συλλογικό Έργο, Επιμ. Λεοντίδου, Λ.(2008) Γενική Γεωγραφία, Ανθρωπογεωγραφία και Υλικός Πολιτισμός της Ευρώπης. Πάτρα: ΕΑΠ.

Grimal, P., Millotte, J.P., Raynal, R. (1990) Γενική Ιστορία της Ευρώπης. Α΄τόμος. Αθήνα: Παπαζήσης.

Αρβελέρ, Ε., Aymard, M. (2003) Οι Ευρωπαίοι. Α΄τόμος. Αθήνα: Σαββάλας.

Αρβελέρ, Ε., Aymard, M. (2003) Οι Ευρωπαίοι. Β΄τόμος. Αθήνα: Σαββάλας.

Nicholas, D. (1999) Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου. Αθήνα: ΜΙΕΤ.

Bernstein, S., Milza, P. (1997) Ιστορία της Ευρώπης. Α΄τόμος. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Ράπτης, Κ. (2000) Γενική Ιστορία της Ευρώπης. Β΄τόμος. Πάτρα: ΕΑΠ.

Hobsbawm, E. (1990) Η Εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848. Αθήνα: ΜΙΕΤ.

Hobsbawm, E. (1997) Η Εποχή των Άκρων: Ο Σύντομος Εικοστός Αιώνας 1914-1991. Αθήνα: Θεμέλιο.

Burns, E.M. (2006) Ευρωπαϊκή Ιστορία. Ο Δυτικός Πολιτισμός:Νεότεροι Χρόνοι. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

h1

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ ΠΡΩΙΜΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

16 Ιουνίου, 2011

medieval artisans

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Σ’ αυτή την εργασία θα προσπαθήσω να εξετάσω συγκριτικά τα συστήματα οργάνωσης της παραγωγής του μεταποιητικού τομέα, που αναπτύχθηκαν και λειτούργησαν στη δυτική και κεντρική Ευρώπη από τις αρχές του 16ου αιώνα ως τα μέσα του 18ου.
Στο πρώτο κεφάλαιο θα περιγράψω το σύστημα παραγωγής στις συντεχνίες των τεχνιτών και τις ιδιομορφίες του. Στο δεύτερο κεφάλαιο θα αναφερθώ στο σύστημα ανάθεσης της παραγωγής (“Putting Out” system ή οικοτεχνία), τα χαρακτηριστικά του και την επιρροή του στη διαμόρφωση των μετέπειτα συνθηκών στις αγορές.
Στο τέλος θα επιχειρήσω μια σύγκριση των δύο συστημάτων και θα δοκιμάσω να εξάγω κάποια συμπεράσματα.

1.ΟΙ ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΤΩΝ

Κατά την πρώιμη νεότερη εποχή, η πληθυσμιακή άνοδος, η διεύρυνση του αστικού χώρου, η αύξηση του εισοδήματος των ευπορότερων στρωμάτων, τα μεταναστευτικά ρεύματα που προκάλεσε η Μεταρρύθμιση, αλλά και οι ανάγκες της κρατικής ανάπτυξης, συνέβαλαν την άνθιση του ευρωπαϊκού μεταποιητικού τομέα. (Γαγανάκης 1999:194)
Τα αγαθά, παρήγαγαν σε μονάδες μικρής κλίμακας στις πόλεις οι τεχνίτες. Αυτοί, διέθεταν συνήθως οι ίδιοι τα προϊόντα τους μέσα στα εργαστήρια/καταστήματα τους, που συχνά είχαν αμιγώς οικογενειακό χαρακτήρα και αποτελούσαν επέκταση του οικιακού χώρου. (Διαλέτη 2008:49) Οι τεχνίτες, ήταν οργανωμένοι σε επαγγελματικές συντεχνίες, οργανώσεις που ρύθμιζαν συλλογικά τη κοινή τους δραστηριότητα, μέσα από την τήρηση αυστηρών κανόνων. (Nicholas 2007:444)
Στην κορυφή της αυστηρής ιεραρχίας των συντεχνιών βρισκόταν ο μάστορας, το μόνο μέλος της συντεχνίας με πλήρη δικαιώματα. Η ιδιότητα του μέλους της συντεχνίας ήταν κληρονομική και έδινε το δικαίωμα στο μάστορα να διατηρεί δικό του κατάστημα, να εκπαιδεύει μαθητευόμενους και να προσλαμβάνει μισθωτούς τεχνίτες. Οι τελευταίοι, όφειλαν σεβασμό στο μάστορα, ο οποίος έλεγχε την επαγγελματική αλλά και την ηθική τους συμπεριφορά, ενώ είχε λόγο και σε προσωπικά ζητήματα, όπως π.χ. ο γάμος του μαθητευόμενου. (Διαλέτη 2008:50)
Η ιδιότητα του μάστορα στις περισσότερες συντεχνίες, αποτελούσε κοινωνική διάκριση, αφού χαρακτήριζε έναν εύπορο πολίτη, κατάλληλο να αναλάβει δημόσια αξιώματα. (Nicholas 2007:580)
Αποστολή των συντεχνιών ήταν η συμμαχία μεταξύ των μαστόρων του ίδιου επαγγέλματος, η προάσπιση της αποκλειστικότητας στην παραγωγή συγκεκριμένων προϊόντων και η κυριαρχία στην αγορά της πόλης. (Μπρωντέλ 1995:369)
Οι συντεχνίες αποφάσιζαν και επέβαλλαν τα ημερομίσθια, τα ωράρια και τους όρους εργασίας του κλάδου τους, ενώ πολύ σημαντική ήταν και η διασφάλιση της ποιότητας του προς διάθεση προϊόντος. Υπήρχε στενή συνεργασία μεταξύ των δημοτικών αρχόντων και των συντεχνιών, ενώ στις πόλεις του Βορρά οι συντεχνίες απέκτησαν και πολιτική εξουσία. (Nicholas 2007:446-7)
Κάθε συντεχνία πέρα από τον επαγγελματικό της ρόλο, ανέπτυσσε πρωτοβουλίες θρησκευτικού και φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Στις καθολικές πόλεις οι συντεχνίες είχαν τις δικές τους θρησκευτικές αργίες και προστάτη άγιο. Μέσω των αργιών περιόριζαν και την παραγωγή κρατώντας την πάντα κάτω από τη ζήτηση. (Διαλέτη 2008:51)
Οι συντεχνίες δεν κατόρθωσαν να επιβληθούν χωρίς περιορισμούς, ενώ ακόμα και την εποχή της άνθησης τους, δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν σε ένα μεγάλο μέρος των συναλλαγών, της αγοράς εργασίας και της παραγωγής. (Μπρωντέλ 1995:368)
Ο ανταγωνισμός που οι ίδιες ευνοούσαν, δεν απέβλεπε στη μείωση του κόστους παραγωγής, αλλά στη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος. (Διαλέτη 2008:52) Επιπλέον, ενισχυμένες από νέες τεχνολογικές πρακτικές, καινούργιες δραστηριότητες είχαν αρχίσει να δημιουργούνται έξω από το συντεχνιακό σύστημα, όπως τα ορυχεία, η μεταλλουργία και η εριουργία. (Burns 2006:239)
Σταδιακά οι συντεχνίες χάνουν της αυτονομία τους. Σ’ αυτό συμβάλλουν η αύξηση του κόστους των μέσων παραγωγής, η περιορισμένη πρόσβαση σε φθηνές πρώτες ύλες, ο δανεισμός και η απώλεια του δικαιώματος πρόσβασης στις τοπικές αγορές. Τον έλεγχο παίρνουν σταδιακά οι έμποροι που διαθέτουν τα απαραίτητα κεφάλαια. (Γαγανάκης 1999:199)
Στην υφαντουργία, η κυριαρχία του εμπορικού κεφαλαίου απλώς επιδείνωσε τις συνθήκες των χειροτεχνών σε βαθμό που οι τελευταίοι να βρίσκονται από μερικές απόψεις, σε χειρότερη θέση από τους μισθωτούς εργάτες. (Χίλτον 1986:215)

2.ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Τον 17ο αιώνα στη Βόρεια Ευρώπη, εδραιώνεται το σύστημα ανάθεσης της παραγωγής. Οι έμποροι, λειτουργώντας σαν εργοδότες, παρέχουν στους τεχνίτες των πόλεων και κυρίως στους κατοίκους της υπαίθρου πρώτες ύλες και εργαλεία, αγοράζοντας κατόπιν το παραγόμενο προϊόν σε προκαθορισμένη τιμή. (Διαλέτη 2008:53) Η εξάπλωση του συστήματος στην αγροτική ύπαιθρο, συντελέστηκε με τη συνεργασία των μεγάλων γαιοκτημόνων, της κοσμικής αριστοκρατίας, της Εκκλησίας, αλλά και πολλών συνεταιρισμών μαστόρων των συντεχνιών. (Γαγανάκης 1999:200)
Το σύστημα της οικοτεχνίας, χαρακτήριζε ο σαφής καταμερισμός της εργασίας. Εφαρμόστηκε κυρίως στην υφαντουργία και απασχολούσε ανειδίκευτους εργάτες στα πρώτα στάδια της παραγωγής όπως ο καθαρισμός του μαλλιού και το λανάρισμα και εξειδικευμένους στην τελική κατεργασία του προϊόντος όπως το γνέσιμο και η ύφανση. (Διαλέτη 2008:53) Η ίδια η φύση των αγροτικών και αλιευτικών εργασιών των κατοίκων της υπαίθρου που δεν μπορούσαν να εργαστούν το χειμώνα, τράβηξε το ενδιαφέρον των επιχειρηματιών εμπόρων στο εξωαστικό εργατικό δυναμικό, προωθώντας μια εκτεταμένη βιοτεχνική δραστηριότητα. (Μπρωντέλ 1995:355-356)
Σε γενικές γραμμές τα οικοτεχνικά δίκτυα αποτελούνταν από μικρές παραγωγικές μονάδες, αφού σε αυτές ήταν ευκολότερος ο συντονισμός της παραγωγής και λιγότερες οι δυσλειτουργίες, αλλά υπήρχαν και δίκτυα μεγαλύτερης κλίμακας. (Γαγανάκης 1999:201)
Η οικοτεχνία υπήρξε ένα σύστημα ευέλικτο, ικανό να προσαρμόζεται στις ανάγκες της αγοράς και ευκίνητο, αφού μπορούσε εύκολα να μεταφερθεί και να στηθεί σε πιο προσοδοφόρες περιοχές. Ο έμπορος/βιοτέχνης, ελεύθερος από τους περιορισμούς των συντεχνιών, μπορούσε να καθορίζει τη ροή του κεφαλαίου και των πρώτων υλών προς το δίκτυο. (ο.π.:202)
Τα οικοτεχνικά δίκτυα, διασπαρμένα στην ύπαιθρο, δεν διέθεταν οργανώσεις εργατών, είχαν μικρή διαπραγματευτική δύναμη και δεν μπορούσαν να προστατευθούν από τις αυθαιρεσίες των εμπόρων/εργοδοτών. (Burns 2006:240)

Η οικοτεχνία όμως παρείχε πλεονεκτήματα και στους εργάτες, παρέχοντας καλύτερο περιβάλλον εργασίας, χωρίς καθορισμένο ωράριο, δίνοντας τη δυνατότητα να συμπληρώσουν το εισόδημα τους καλλιεργώντας παράλληλα ένα μικρό χωράφι. Εργάζονταν χωρίς την άμεση επίβλεψη του επιστάτη και τον φόβο της απόλυσης, ενώ στις απλούστερες εργασίες είχαν τη βοήθεια της οικογένειας τους. (Burns 2006:240)
Σε καιρούς οικονομικής άνθησης, εμφανίζονταν σε κάποιες περιπτώσεις μεγαλύτερα εργαστήρια, μια μορφή «πρωτοεργοστασίων», όπου εφαρμόζονταν όλα τα στάδια παραγωγής του προϊόντος. (Γαγανάκης 1999:201)
Η αυξανόμενη αστικοποίηση αλλά και η δημογραφική ανάπτυξη των αρχών του 18ου αιώνα, συνέβαλαν στην άνοδο της ζήτησης καταναλωτικών αγαθών. (Διαλέτη 2008:55) Η στασιμότητα ή και η μείωση στις τιμές των δημητριακών, επέτρεψαν στις ασθενέστερες οικονομικά ομάδες, να διαθέσουν μέρος του εισοδήματος για την απόκτηση τους. (Γαγανάκης 1999:206-207) Την ίδια περίοδο, υπήρξε σαφής διεύρυνση της αγοράς και άνοδος της καταναλωτικής ζήτησης. (Διαλέτη 2008:66)
Η αυξανόμενη χρησιμοποίηση εσωρούχων, ακόμα και από τους ταπεινότερους, ευνόησε την παραγωγή ελαφρών υφασμάτων ή υφασμάτων από λινάρι και κάνναβη. (Bernstein-Milza 1997:298)
Η κατασκευαστική και εμπορική άνθηση, συνδέθηκε άμεσα με την εδραίωση ενός σύνθετου χρηματοπιστωτικού συστήματος που ευνοούσε τις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές, και διευκόλυνε τις επενδύσεις. (Διαλέτη 2008:57 και 61)
Στις ευρωπαϊκές αποικίες, ιδιαίτερα στον Ατλαντικό, υπήρξε εντατικοποίηση των εμπορικών συναλλαγών. Οι κτήσεις απορροφούσαν ένα μεγάλο μέρος της κατασκευαστικής παραγωγής, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ανάπτυξη του κατασκευαστικού τομέα. (Γαγανάκης 1999:193 και 208)

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Στην πρώιμη νεότερη περίοδο, η κατάλυση της φεουδαρχικής τάξης ευνόησε τη συσπείρωση των τεχνιτών στις συντεχνίες. Οι μάστορες, εξελίχθηκαν στην αριστοκρατία των μεσαίων στρωμάτων, αποκομίζοντας οικονομικά και πολιτικά οφέλη, μέσα στο αναβαθμισμένο αστικό τοπίο. Ο ανελαστικός όμως χαρακτήρας της κάθετης οργάνωσης και των κλειστών κοινωνιών των συντεχνιών, ο εσωτερικός ανταγωνισμός, αλλά και η διαμόρφωση νέων συνθηκών με τη διεύρυνση των αγορών, σηματοδότησαν την υποχώρηση και τέλος την υποδούλωση των συντεχνιών στους εμπόρους.
Οι πρωτεργάτες της καπιταλιστικής μεταστροφής της κοινωνίας έμποροι/επιχειρηματίες της περιόδου, κατέφυγαν στην ύπαιθρο σε αναζήτηση χαμηλότερου κόστους εργασίας. Ο καταμερισμός των εργασιών και η συγκεντροποίηση της φτηνής παραγωγικής διαδικασίας μέσα από το σύστημα ανάθεσης της παραγωγής, άλλαξε τις παραγωγικές δομές και μεγιστοποίησε την παραγωγή. Αυτός ο ιδιότυπος πρωτο-καπιταλισμός, δημιούργησε τη βάση των μισθωτών εργασιακών σχέσεων και προλείανε το έδαφος για την βιομηχανική επανάσταση που θα ακολουθούσε.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Nicholas, D. (2007) Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου. Αθήνα: ΜΙΕΤ.

Bernstein, S., Milza, P. (1997) Ιστορία της Ευρώπης. Α΄τόμος. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Burns, E.M. (2006) Ευρωπαϊκή Ιστορία. Ο Δυτικός Πολιτισμός:Νεότεροι Χρόνοι. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

Μπρωντέλ, Φ. (1995) Υλικός πολιτισμός οικονομία και καπιταλισμός. Αθήνα, Αγροτική Τράπεζα.

Γαγανάκης, Κ. (1999) Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης. Πάτρα: ΕΑΠ.

Διαλέτη,Α. (2008) Η Μετάβαση από το Μεσαίωνα στη Νεότερη Εποχή στο Δρίτσα, Μ. (επιμ.) Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης. Πάτρα: ΕΑΠ.

Χίλτον Ρ. (1986) Καπιταλισμός-Τι σημαίνει η λέξη; Στο Συλλογικό έργο, Η Μετάβαση από το Φεουδαλισμό στον Καπιταλισμό. Αθήνα: Θεμέλιο.

h1

Η γέφυρα που χόρευε

19 Ιανουαρίου, 2010
h1

Small Pleasures – Μικρές Χαρές

29 Δεκεμβρίου, 2009
h1

H IEΡΑ ΕΞΕΤΑΣΗ TΟY ΓΡΗΓΟΡΙΟY Ε΄

21 Οκτωβρίου, 2009

Λογοκρισία, κάψιμο βιβλίων, αφορισμοί και
διώξεις διαφωτιστών λίγο πριν την Επανάσταση.

Eξειδικευμένη στα θέματα της παραγωγής και της διακίνησης του βιβλίου η νέα σκληρή έναντι των διαφωτιστών πολιτική του Πατριαρχείου κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους εκφράστηκε με ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο και με συγκεκριμένα μέτρα, που εφαρμόστηκαν. Το σχέδιο διατυπώθηκε στην «Απανταχούσα», που δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 1820, για να εξαγγείλει την ανακαίνιση -δήθεν- του Πατριαρχικού Τυπογραφείου, αλλά στην πραγματικότητα στόχευε κάθε νέα έκδοση να γίνεται εκεί, ώστε να ελέγχεται πλήρως η πνευματική κίνηση. Τα μέτρα μορφοποιήθηκαν με την επιβολή λογοκρισίας στα βιβλία που κυκλοφορούσαν στην Κωνσταντινούπολη, με δημόσιο κάψιμο ορισμένων από αυτά, αλλά και με αφορισμούς και διώξεις των διαφωτιστών.

«Η κλεις της τυπογραφίας ευρίσκεται εν χερσί βασιλέως»

Η σκλήρυνση της πολιτικής της Εκκλησίας απέναντι στους διαφωτιστές είχε αποτυπωθεί με χαρακτηριστικό τρόπο στην πατριαρχική εγκύκλιο του Μαρτίου 1819, η οποία αντιτίθετο στη διδασκαλία των Επιστημών, στα Μαθηματικά και στη συνήθεια να βαπτίζονται τα παιδιά με αρχαιοελληνικά ονόματα. Το κείμενο αυτό, ένα από τα πρώτα που υπέγραψε ο Γρηγόριος Ε΄ στην τρίτη πατριαρχία του, παρέσχε το θεωρητικό πλαίσιο και αποτέλεσε το σημείο εκκίνησης για τις ενέργειες, που οργανώθηκαν εναντίον των νεωτεριστών τα επόμενα έως την Επανάσταση χρόνια.


Το εξώφυλλο της «Απανταχούσας», η οποία αποσκοπούσε στον έλεγχο της πνευματικής προεπαναστατικής ζωής από το Πατριαρχείο· εκδόθηκε μερικούς μόλις μήνες πριν την Επανάσταση. Ονομάστηκε έτσι, γιατί στον τίτλο της γραφόταν: «Τοις απανταχού ευρισκομένοις…».

Η «Απανταχούσα», που κυκλοφόρησε με μορφή φυλλαδίου, ήταν ένα φαινομενικά αντιφατικό κείμενο. Αποτελούσε την έκφραση της νέας αντίληψης, που διαμορφώθηκε στους εκκλησιαστικούς κύκλους αναφορικά με τα θέματα της παιδείας: προσαρμογή στις νέες πραγματικότητες και αυστηρός έλεγχός τους. Έδειχνε να ενσωματώνει, στο επίπεδο της ονοματολογίας τουλάχιστον, στοιχεία της ιδεολογίας του Διαφωτισμού και από την άποψη αυτή έδινε την εντύπωση, ότι δεν εναρμονιζόταν σε όλα τα σημεία με το αυστηρό πλαίσιο που καθόριζε η Εγκύκλιος του 1819.

Τα στοιχεία ακριβώς του ελέγχου της πνευματικής ζωής, όπως διατυπώνονταν στην «Απανταχούσα», ήταν εκείνα που προκάλεσαν την προσοχή και τις αντιδράσεις των φιλελεύθερων διανοουμένων. Οι αυταρχικές αντιλήψεις για τις αρχές που πρέπει να διέπουν την καλή λειτουργία της τυπογραφίας («η κλεις της τυπογραφίας ευρίσκεται εν χερσί βασιλέως»), συνδυάζονταν με πολύ σαφείς προδιαγραφές για τα κείμενα, που θα μπορούσαν να εκδίδονται στο πατριαρχικό τυπογραφείο:

«Να καρπούμεθα τα εκ της τυπογραφίας καλά, να αποφεύγωμεν παν ο,τι δύναται να συσκιάση την λαμπρότητα της ακραιφνούς ημών υποταγής (στο σουλτάνο) δια της εκδόσεως βιβλίων αντιφρονούντων.» Μία παράγραφος της «Απανταχούσας» έδειχνε εύγλωττα στους σύγχρονους, ποιά ήταν τα όρια, μέσα στα οποία μπορούσε να κινηθεί η «Τυπογραφία του Γένους»: «Ζήτω ο Γαληνότατος και Κραταιότατος ημών ΑΝΑΞ, η Κορωνίς των προκατόχων αυτού Μεγάλων Βασιλέων· ο ακριβής φύλαξ της Δικαιοσύνης και Επιείκειας· ο ευσπλαχνικώτατος και ηρωικώτατος ΣΟΥΛΤΑΝ ΜΑΧΜΟΥΤ Β΄. Είη το κράτος αυτού διαιωνίζον και θριαμβεύον κατά πάντων των εναντίων» (σελ. 13).

Κάποιες άλλες διατυπώσεις έδειχναν, ποιούς ανάμεσα στους Έλληνες διανοούμενους θεωρούσε ο συντάκτης της «Απανταχούσας» αντιπάλους της κατευθυνόμενης από την Εκκλησία προσπάθειας: «Κατασιγάσθωσαν, όσοι δι’ απειροκαλίαν και γνώμης μοχθηρίαν τολμώσι και καθάπτωνται των εκκλησιαστικώς και πολιτικώς του Γένους προϊσταμένων.» Αυτοί κατονομάζονταν και πιο συγκεκριμένα στην τελευταία φράση του κειμένου: «Τινές των εν Ευρώπη καθ’ ημετέραν ατυχίαν ομογενών.»

Παράλληλα με όλα αυτά υπήρχε στην «Απανταχούσα» η υποτύπωση ενός ευρυτέρου σχεδίου: Να συγκεντρώνεται στο ανακαινισμένο πατριαρχικό τυπογραφείο η παραγωγή του συνόλου των βιβλίων, που εκδίδονταν από τους Έλληνες συγγραφείς και μεταφραστές. Τα σχετικά επιχειρήματα ήταν διατυπωμένα με τρόπο, που φανέρωνε δήθεν πατριωτισμό και φροντίδα για τη δόξα του Γένους.

Οι οπαδοί του Διαφωτισμού, που είχαν πολλούς λόγους να δυσπιστούν απέναντι σε πρωτοβουλίες αυτού του είδους, απάντησαν αμέσως, ότι Κωνσταντινούπολη δεν είναι όλη η Ελλάδα, ότι τυπογραφεία υπάρχουν πια και στη Χίο και στις Κυδωνίες (Αϊβαλί) και ότι πίσω από την πρόσκληση της «Απανταχούσας» κρυβόταν η πρόθεση να συγκεντρωθούν οι τυπογραφικές δραστηριότητες στην Κωνσταντινούπολη, για να μπορούν να λογοκρίνονται ευκολώτερα.

Οι αντιδράσεις στο κείμενο και στα σχέδια της «Απανταχούσας» προήλθαν κυρίως από τους Κοραϊκούς κύκλους και υπήρξαν εξαιρετικά έντονες. Η έκδοσή της αγγέλθηκε και σχολιάστηκε ειρωνικά από τους εκδότες του «Λόγιου Ερμή» τον Αύγουστο του 1820. Λίγους μήνες αργότερα το περιοδικό «Μέλισσα» αναδημοσίευσε ολόκληρη την «Απανταχούσα» και την στηλίτευσε με δριμύτητα σχεδόν φράση προς φράση, ειδικά για την «τρομακτικήν απεραντολογίαν» και «την ηλιθίαν και δουλικωτάτην υποταγήν», που χαρακτηρίζουν τον συγγραφέα του φυλλαδίου. Αλλά το πραγματικό αντικείμενο της διαμάχης αναδείχθηκε, φωτίζοντας τις δύο διαμετρικά αντίθετες αντιλήψεις που αντιπαρατέθηκαν, όταν αναιρέθηκε η διατύπωση της «Απανταχούσας», ότι «κλεις της τυπογραφίας κείται εν χερσί βασιλέως»:

«Η κλεις (της τυπογραφίας) κείται όχι εν χερσί βασιλέως, αλλά εν χερσί νόμων, και εν χερσί κάθε πολίτου, δια να γράφη και να φρονή ο,τι θέλει κατά το δικαίωμα της φυσικής ελευθερίας, παιδευόμενος από τους υπερασπιστές της πολιτείας νόμους μόνον αν βλασφημήση η συκοφαντήση, και όχι αν γράψη πάσαν αλήθειαν και πειράξη την αμέλειαν η αδικίαν του δείνος η δείνος προύχοντος, επισκοπών τα δημόσια πράγματα… Ο βασιλεύς ούτε εφρόντισε ποτέ ούτε φροντίζει περί τυπογραφίας και μάλιστα αλλογλώσσου, ούτε ηξεύρει αν έχη κλείδα η όχι, αλλά χωρίς να την ζητήση, του την χαλκεύουν και την προσφέρουν αβούλως υποβασιλίσκοι υποβασιλέων πενθιμοσχήμονες· ενώ ημπορούσαν να φωτίσουν τον λαόν με ήσυχον άνεσιν, αυξάνουσι την βαρύτητα του ζυγού του, και με πρόφασιν πατρικής οδηγίας διαιωνίζουν την τυφλότητα του έθνους των. Η αλήθεια εφυγαδεύθη από εκεί. Εκεί η υπόκρισις θριαμβεύει, αναθεματίζεται το ελεύθερον φρόνημα, καίονται τα φύλλα και μένουν τα πράγματα.» (Περιοδικό «Μέλισσα», τ. Γ , σελ. 268-269.)

Αρχές του 1821 σε ένα ανώνυμο διάλογό του ο Κοραής ανανέωσε την αποδοκιμασία του για το φυλλάδιο και τον συγγραφέα του. («Ερμής ο Λόγιος», 1821, σελ. 20.)

Τα ψαλίδια της λογοκρισίας του Γρηγορίου Ε΄

Το Πατριαρχείο όμως δεν σταμάτησε εκεί, αλλά προχώρησε και σε επιβολή λογοκρισίας στα βιβλία. Η αρχή είχε γίνει με την έκδοση την άνοιξη η το καλοκαίρι του 1820 «πατριαρχικής προσταγής» προς τους βιβλιοπώλες της Κωνσταντινούπολης «να μην πωλούν κανέν βιβλίον», εάν δεν έχη πρώτα υποβληθεί σε εκκλησιαστικό έλεγχο. Την ευθύνη για τον έλεγχο της ορθοδοξίας των βιβλίων την είχε ο σιναΐτης ηγούμενος Ιλαρίων. Οι αρμοδιότητες του είχαν ανατεθεί από τον Γρηγόριο Ε΄ κατὰ τη διάρκεια της τρίτης πατριαρχίας του.

«Ο Άγιος Μουλαρίων (σ.σ. Ιλαρίων) ενήργησε να δοθή πατριαρχική προσταγή εις τους βιβλιοπώλας να μη πωλούν κανέν βιβλίον, πριν το δείξωσιν εις την Πανοσιότητά του. Η Ιnquisition (σ.σ. Ιερά Εξέταση) είναι τώρα τελεία. Τίποτε εις την Κωνσταντινούπολιν δεν ημπορεί να τυπωθή, μήτε να πωληθή, εάν δεν προεξετασθή από τον Ιλαρίωνα. Ελπίζω, ότι με όλας τας υποσχέσεις του θεωρού της τυπογραφίας σοφού Ιλαρίωνος, κανείς λόγιος, άξιος τούτου του ονόματος, δεν θέλει στέρξει να παραδώση το σύγγραμμά του εις τα ψαλίδια της παμμιαρότητός του.» (Επιστολή Νικ. Πίκκολου, Εθνική Βιβλιοθήκη, τμήμα χειρογράφων, Αρχείο Θ. Φαρμακίδη, φακ. 36.)

Στην προσταγή αυτή αναφέρθηκε κι ο Κωνσταντίνος Κούμας γράφοντας: «Τα βιβλία εξωτερικά και εσωτερικά καθυπεβλήθησαν εις αυστηρόν λογοκριτήν με δικτατορική ισχύ εις τον πρώην σιναΐτην Ιλαρίωνα, ειδήμονα της Ελληνικής Γλώσσης, επιθυμούντα να αρχιερατεύση.» Ο Ιλαρίων «περιέρχεται τα βιβλιοπωλεία της Κωνσταντινουπόλεως, δια να ιδή, μήπως ήλθε κανένα βιβλίον· όσα δεν συμφωνούσι με το πνεύμα της αγυρτείας, τα δημεύει εκ μέρους του Πατριάρχου, τα κακοεξηγεί, δια να παραδοθώσιν εις το πυρ».

Είχε ωργανωθεί λοιπόν κανονική παρακολούθηση των βιβλιοπωλείων, δήμευση των βιβλίων, που θεωρούνταν ύποπτα, γνωμοδότηση για τα κακόδοξα έντυπα και καταδίκη τους. Υπήρχε μια διαδικασία και μία νομότυπη κάλυψη του λογοκριτή Ιλαρίωνα, ο οποίος δεν λειτουργούσε βέβαια αυθαίρετα, αλλά μέσα στα πλαίσια, που του είχε ορίσει ο Γρηγόριος Ε΄.

Βιβλία στις φλόγες στην αυλή του Πατριαρχείου

Στο ανώνυμο μαχητικό φυλλάδιο με τίτλο «Οι στοχασμοί του Κρίτωνος» είχαν εκφρασθεί με σαφήνεια το 1819 τα ζητούμενα της δημοκρατικής και της αντικληρικής πτέρυγας του Διαφωτισμού: «Η ιερά δεσποτεία των νόμων, οι οποίοι, όντες κανόνες συμφωνημένοι από όλους δια τα δίκαια όλων, προστατεύουν με ισότητα όλους» (έκδοση Δ.Σ. Γκίνη, σελ. 147) είναι το πρώτο ζητούμενο· το δεύτερο, ο περιορισμός του Κλήρου στα αυστηρώς εκκλησιαστικά του καθήκοντα: «Όπου το ιερατείον επικρατεί, αντί να τρέξη η ευδαιμονία»… «αργοπορεί, περιορίζεται η και απομακρύνεται. Και εξεναντίας»… «όπου οι εντόπιοι έχουν αρκετήν γνώσιν δια να περιορίσουν τον αρχιερέα εις τα της Εκκλησίας και των ευλογιών και να πάρουν αυτοί την διεύθυνσιν των κοινών, εκεί διαφαίνεται η δικαιοσύνη, η φιλανθρωπία»… «και ο αρχιερεύς αντί να σύρη, σύρεται από το κοινόν πνεύμα» (σελ. 149).

Η αντίδραση στην Κωνσταντινούπολη ήταν άμεση και αποδόθηκε πάλι στον σιναΐτη Ιλαρίωνα: Το βιβλίο παραδόθηκε στις φλόγες «δημοσίως», «μέσα εις την αυλήν του Πατριαρχείου», κατ’ εντολή του Γρηγορίου Ε΄ (επιστολή Στ. Κανέλλου στον Κ. Iken, 4 Φεβρουαρίου 1822, Κ. Ιken, Leukothea, τ. Α , 1825, σελ. 9 και Ανδρ. Δημητρακόπουλου, Επανορθώσεις, σελ. 51).

Το γεγονός είναι επίσης καταγραμμένο σε επιστολή του Π. Κορδικά (20 Νοεμβρίου 1820), ο οποίος έγραφε: «Εις την Κωνσταντινούπολη έκαυσαν δημοσίως μίαν νεωστί εκδοθείσαν φυλλάδα. Δεν γνωρίζω το σύγγραμμα, ούτε ηξεύρω ποίος είναι ο συγγραφεύς. Συμπεραίνω όμως, ότι είναι φιλοσοφικόν, καθ’ ότι ο εξ Αριμαθείας μυστικοαπόστολος Πολυχρονιάδης περιερχόμενος εσχάτως την Γερμανίαν και Ολλάνδα μοι έγραψεν, ότι εκ των αντιφιλοσοφικών συγγραμμάτων μου έλαβαν οι παπάδες τόσον θάρρος, ώστε ετόλμησαν δημοσίως να κάψουν σύγγραμμα φιλοσοφικόν, αποτεινόμενον εις την Παλιγγενεσίαν του Γένους.» (Φ. Κ. Μπουμπουλίδη, Ανέκδοτοι επιστολαί του Παν. Κοδρικά, σελ. 87.) Η χρονολογία βοηθά, για να ταυτίσουμε την «φυλλάδα» με τους Στοχασμούς του Κρίτωνος.

Η «Μέλισσα» (τ. Γ΄, σ. 306-312) δημοσίευσε περίληψη των «Στοχασμών του Κρίτωνος», τιτλοφορημένη: «Επιτομή του γενναίου και ωφελίμου πονήματος, του εγγραφομένου Στοχασμοί του Κρίτωνος, του κατακαυθέντος εν τω Πατριαρχείω της Κωνσταντινουπόλεως, περί τω αωκ΄ (1820) έτος το σωτήριον, δια συνεργίας του μιαρού προδότου Ιλαρίωνος.»

Αφορισμοί Ελλήνων, που εξέδιδαν φιλελεύθερα συγγράμματα

Από τον Ιωάννη Φιλήμονα γνωρίζουμε, ότι γύρω στα 1820, παραμονές της Επανάστασης υπήρξαν επώνυμοι αφορισμοί από τον πατριάρχη, Ελλήνων, που είχαν δημοσιεύσει «εν τη αλλοδαπή» φιλελεύθερα συγγράμματα. Ο Ιωάννης Φιλήμων ήταν καλά πληροφορημένος για τα πράγματα της προεπαναστατικής Κωνσταντινούπολης, δεδομένου ότι εργαζόταν εκείνη την εποχή στο Πατριαρχικό Τυπογραφείο (περ. «Πανδώρα», τ. ΙΘ , 1867, σελ. 213, Ι.Κ. Μαζαράκη, Αινιάνος, «Τα Ελληνικά Τυπογραφεία του Αγώνος 1821-1827», Αθήνα 1970 και Δ. Ειρηνίδη, «Ομιλίαι περί του εφευρέτου της τυπογραφικής τέχνης Ι. Γουτεμβέργιου», Αθήνα, 1876, σελ. 22).

Γράφει ο Ιωάννης Φιλήμων: «Με εγκυκλίους παρά του Πατριάρχου της Κωνσταντινουπόλεως αφωρίζωντο οι εν τη αλλοδαπή εκδίδοντες φιλελεύθερα συγγράμματα Έλληνες, εν οις ωνομάζοντο ρητώς άλλοι τε και ο εν Παρισίοις Πίκκολος» (Ιωάννης Φιλήμων, «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως», τ. Α΄, Αθήνα 1859, σελ. 97).

«Να φονευθώσιν οι φροντίζοντες την επανόρθωσιν της πατρίδος»

Στην ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των χρόνων εκείνων διατυπώθηκε από τον Ν. Πίκκολο σοβαρή κατηγορία, ότι στην Κωνσταντινούπολη αντιμετωπίστηκε το ενδεχόμενο να οργανωθεί η δολοφονία προοδευτικών λογίων. Ο Πίκκολος μετέγραψε σε εισαγωγικά (άρα κατά τεκμήριο αυτολεξεί) στην επιστολή του, για την οποία έγινε λόγος ανωτέρω, για τον Ιλαρίωνα, ότι «έδωκε γνώμην να παιδευθούν με ποινήν θανάτου πέντε εξ από τους θέλοντας να ενσπείρουν επανάστασιν, δια να σωφρονισθούν οι άλλοι». «Έδωκε γνώμην», εισηγήθηκε δηλαδή, στον πατριάρχη η στη Σύνοδο, αρμόδιες αρχές γι’ αυτά τα ζητήματα.

Η φήμη ότι το Πατριαρχείο αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο να οργανώσει την φυσική εξόντωση εκπροσώπων του Διαφωτισμού στις τουρκοκρατούμενες περιοχές είχε, φαίνεται, κυκλοφορήσει αρκετά στα 1820-1821, και, μία τουλάχιστον φορά είχε φτάσει ως την έντυπη δημοσιότητα.

Ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς της σύγχρονης Ελλάδας, που ασχολήθηκε σε βάθος με το νεοελληνικό Διαφωτισμό, ήταν ο Φίλιππος Ηλιού. Στο βιβλίο του με τον σατιρικό τίτλο «Τύφλωσον, Κύριε, τον λαόν σου» περιγράφεται η σκλήρυνση της στάσης του Πατριαρχείου τα τελευταία δύο-τρία πριν την Επανάσταση χρόνια, που εκφράστηκε με συνολικά επιθετική πολιτική, η οποία είχε σα στόχο την εξουδετέρωση των κέντρων του Διαφωτισμού και τον έλεγχο των πνευματικών δραστηριοτήτων, που ανέπτυσσαν οι φορείς των νέων ιδεών.

Στον τρίτο τόμο της «Μέλισσας» (σελ. 274-275, 1821) καταχωρίσθηκε επιστολή της 25ης Αυγούστου 1820· εκεί, μιλώντας για τον Ιλαρίωνα, ο επιστολογράφος σημείωνε «το προς τον σοφόν γέροντα και τους φίλους αυτού άσπονδον μίσος του. Πιστεύεις, φίλε, ότι παρακινεί τον Π. να συνεργήση δια να εξοδευθώσι του κοινού αρκετά γρόσια, δια να κατατρεχθώσι, και, ει δυνατόν, να φ…θώσιν οι φροντίζοντες την επανόρθωσιν της πατρίδος;». Σοφός γέρων ήταν βέβαια ο Κοραής, Π. ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ και τα αποσιωπητικά του «φ…θώσιν» δεν ήταν αρκετά, για να καλύψουν το ρήμα και το νόημα: «Να φονευθώσιν οι φροντίζοντες την επανόρθωσιν της πατρίδος.»

Έχουμε έτσι για το θέμα των φόνων δύο ενδείξεις από πηγές, που δείχνουν και που πρέπει να είναι πολύ συγγενικές, αλλά οι οποίες οπωσδήποτε δεν είναι ταυτόσημες. Σ’ αυτές μπορούμε να προσθέσουμε μία ακόμη, κάπως διαφορετική, προερχόμενη από τον ίδιο τον Κοραή.

Ο Κοραής παρακολουθούσε με μεγάλη ανησυχία τις ενέργειες που υποκινούσε ο μητροπολίτης της Χίου και ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, προκειμένου να εξουδετερωθεί το Γυμνάσιο της Χίου και ο διευθυντής του Νεόφυτος Βάμβας. Πολλούς μήνες μετά την Επανάσταση, στις 21 Δεκεμβρίου 1821, πληροφορούσε τον φίλο του Ιάκωβο Ρώτα: «Έμαθες ίσως ότι ο Βάμβας ζη παρά πάσαν ελπίδα· ολίγον έλειψε, φίλε μου, να του σηκώση την ζωήν ο κατιμερτζής (ισοδύναμο του πλακουντοπώλης· αφορά στον Γρηγόριο Ε΄), του οποίου ίσως την ώραν ταύτην ασπάζονται τα λείψανα και επικαλούνται την πρεσβείαν οι Οδησσινοί. Ω τον ηλίθιον τον Σουλτάνον! Τους φίλους του σφάζει, αντί να τους φορέση καυτάνι!». (Α. Κοραής, Αλληλογραφία, τ. Δ , σελ. 320.)

Η βιαιότητα του κειμένου αυτού θα έφτανε και μόνη της, για να χαρακτηρίσει την ένταση, που είχαν προσλάβει οι ιδεολογικές συγκρούσεις στα προεπαναστατικά χρόνια. Για το θέμα μας ας συγκρατήσουμε εδώ μόνο την πληροφορία, ότι του Βάμβα «ολίγον έλειψε να του σηκώση την ζωήν ο κατιμερτζής», δηλαδή ο Γρηγόριος Ε΄. Αυτή την φορά δεν κατηγορήθηκε ο Ιλαρίων, αλλά ο ίδιος ο πατριάρχης.

Η φημολογία για την οργάνωση δολοφονιών θα πρέπει να συνδυαστεί με τα όσα κυκλοφορούσαν την εποχή εκείνη για την κατάδοση νεωτεριστών στις τουρκικές Αρχές. Ο Πίκκολος έγραψε, πως ο Ιλαρίων απείλησε, ότι θα τον πρόδιδε στους Τούρκους. Τον ίδιο χρόνο ο Γάλλος υποπρόξενος στη Σμύρνη ανέφερε στην κυβέρνησή του, ότι ο Κ. Οικονόμος είχε κινδυνεύει να χάσει τη ζωή του, όταν ο μητροπολίτης Σμύρνης Άνθιμος τον κατήγγειλε στις τουρκικές Αρχές, ότι διδάσκει στο σχολείο του, στο Φιλολογικό Γυμνάσιο, τα μέσα για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.

Είναι πιθανό, εκείνοι που μιλούσαν για οργάνωση δολοφονιών να είχαν στο νου τους την κατάδοση λογίων στις τουρκικές Αρχές, κατάδοση που, κατά τεκμήριο, προδίκαζε τη θανάτωση όσων θα αντιμετώπιζαν τέτοιου είδους κατηγορίες. Αυτή την εκδοχή θα πρέπει να υπαινισσόταν στα τέλη του 1820 ο Κοραής, όταν έγραφε, ότι οι διώκτες της Φιλοσοφίας δεν διαθέτουν πια «μαχαίρας» οι ίδιοι, αλλά ότι «εμπορούν να δανεισθώσι την μάχαιραν [της εξουσίας], αν τους έλθη όρεξις»… «να χύσωσιν αίμα των στηλιτευόντων τα πάθη των» (Συμβουλή τριών Επισκόπων, σελ. Χ-ΧΙ).

* * *

Είναι πολύ χαρακτηριστικό για την κατάσταση των πνευμάτων της εποχής, ότι ένα τμήμα της ελληνικής κοινωνίας διέβλεπε, ότι το Πατριαρχείο σχεδίαζε να προχωρήσει στην φυσική εξόντωση η στην κατάδοση των αντιπάλων του, αφού δεν μπόρεσε να τους εξουδετερώσει με άλλο τρόπο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

• Κ. Δημαρά, «Νεοελληνικός Διαφωτισμός», «Ερμής», Αθήνα 2002.

• Κ. Λάππα, «Πατριαρχική σύνοδος “Περί καθαιρέσεως των φιλοσοφικών μαθημάτων” τον Μάρτιο του 1821», «Μνήμων», Αθήνα 1987.

• Φ. Ηλιού, «Κοινωνικοί αγώνες και Διαφωτισμός», «Μνήμων», Αθήνα 1981.

• Φ. Ηλιού, «Τύφλωσον, Κύριε, τον λαόν σου», «Πορεία», Αθήνα 1988.

• Γ. Κορδάτου, «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», «Επικαιρότητα», Αθήνα 1983.

• Γ. Κορδάτου, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμοι ΙΧ και Χ, «20ος Αιώνας», Αθήνα.

• Κ. Σάθα, «Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα», Τόμος 4ος, «Νέα Σύνορα», Αθήνα 1995.

Γιάννης Λάζαρης
πηγή: http://freeinquiry.gr/pro.php?id=445

h1

Οι λόγοι του Ξενοφώντος Ζολώτα στην Ουάσιγκτον

6 Ιουνίου, 2009

Ο πρώην πρωθυπουργός και καθηγητής κ. Ξενοφών Ζολώτας είχε εκφωνήσει δύο λόγους στην Ουάσιγκτον (στις 26 Σεπτεμβρίου 1957 και στις 2 Οκτωβρίου 1959), οι οποίοι έμειναν μνημειώδεις. Αιτία ως προς αυτό δεν ήταν μόνο το περιεχόμενό τους αλλά και η γλώσσα τους.

Υποτίθεται ότι η γλώσσα των λόγων ήταν η αγγλική. Κατ’ ουσίαν όμως, με την αφαίρεση λίγων συνδέσμων, άρθρων και προθέσεων η γλώσσα είναι η Ελληνική.

Το ακροατήριό του αποτελούσαν οι σύνεδροι της Διεθνούς Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και δεν αντιμετώπισαν τότε κανένα πρόβλημα στην κατανόηση του προφορικού κειμένου που ανέγνωσε ο Έλληνας καθηγητής.

Παρακάτω διαβάστε τον δεύτερο λόγο (της 2ας Οκτωβρίου 1959) και την ελληνική του «μεταγραφή»…

=====================================================

It is Zeus’ anathema on our epoch and the heresy of our economic method and policies that we should agonize the Skylla of nomismatic plethora and the Charybdis of economic anaemia.
Είναι «Διός ανάθεμα» στην εποχή μας και αίρεση της οικονομικής μας μεθόδου και της οικονομικής μας πολιτικής το ότι θα φέρναμε σε αγωνία την Σκύλλα του νομισματικού πληθωρισμού και τη Χάρυβδη της οικονομικής μας αναιμίας.

It is not my idiosyncracy to be ironic or sarcastic but my diagnosis would be that politicians are rather cryptoplethorists. Although they emphatically stigmatize nomismatic plethora, they energize it through their tactics and practices. Our policies should be based more on economic and less on political criteria. Our gnomon has to be a metron between economic strategic and philanthropic scopes.
Δεν είναι στην ιδιοσυγκρασία μου να είμαι ειρωνικός ή σαρκαστικός αλλά η διάγνωσή μου θα ήταν ότι οι πολιτικοί είναι μάλλον κρυπτοπληθωριστές. Αν και με έμφαση στιγματίζουν τον νομισματικό πληθωρισμό, τον ενεργοποιούν μέσω της τακτικής τους και των πρακτικών τους. Η πολιτική μας θα έπρεπε να βασίζεται περισσότερο σε οικονομικά και λιγότερο σε πολιτικά κριτήρια. Γνώμων μας πρέπει να είναι ένα μέτρο μεταξύ οικονομικής στρατηγικής και φιλανθρωπικής σκοπιάς.

In an epoch characterized by monopolies, oligopolies, monopolistic antagonism and polymorphous inelasticities, our policies have to be more orthological, but this should not be metamorphosed into plethorophobia, which is endemic among academic economists.
Σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από μονοπώλια, ολιγοπώλια, μονοπωλιακό ανταγωνισμό και πολύμορφες ανελαστικότητες, οι πολιτικές μας πρέπει να είναι πιο ορθολογιστικές, αλλά αυτό δεν θα έπρεπε να μεταμορφώνεται σε πληθωροφοβία, η οποία είναι ενδημική στους ακαδημαϊκούς οικονομολόγους.

Nomismatic symmetry should not antagonize economic acme. A greater harmonization between the practices of the economic and nomismatic archons is basic.
Η νομισματική συμμετρία δεν θα έπρεπε να ανταγωνίζεται την οικονομική ακμή. Μια μεγαλύτερη εναρμόνιση μεταξύ των πρακτικών των οικονομικών και νομισματικών αρχόντων είναι βασική.

Parallel to this we have to synchronize and harmonize more and more our economic and nomismatic policies panethnically. These scopes are more practicable now, when the prognostics of the political end economic barometer are halcyonic.
Παράλληλα με αυτό, πρέπει να εκσυγχρονίσουμε και να εναρμονίσουμε όλο και περισσότερο τις οικονομικές και νομισματικές μας πρακτικές πανεθνικώς. Αυτές οι θεωρήσεις είναι πιο εφαρμόσιμες τώρα, όταν τα προγνωστικά του πολιτικού και οικονομικού βαρομέτρου είναι αλκυονίδων ημερών αίθρια.

The history of our didimus organization on this sphere has been didactic and their gnostic practices will always be a tonic to the polyonymous and idiomorphous ethnical economies. The genesis of the programmed organization will dynamize these policies.
Η ιστορία της δίδυμης οργάνωσης σε αυτήν την σφαίρα είναι διδακτική και οι γνωστικές τους εφαρμογές θα είναι πάντα ένα τονωτικό στις πολυώνυμες και ιδιόμορφες εθνικές οικονομίες. Η γένεση μιας προγραμματισμένης οργάνωσης θα ενισχύσει αυτές τις πολιτικές.

Therefore, I sympathize, although not without criticism one or two themes with the apostles and the hierarchy of our organs in their zeal to program orthodox economic and nomismatic policies.
Γι’ αυτόν το λόγο αντιμετωπίζω με συμπάθεια, αλλά όχι χωρίς κριτική διάθεση, ένα ή δύο θέματα με τους αποστόλους της ιεραρχίας των οργάνων μας στον ζήλο τους να προγραμματίσουν ορθόδοξες οικονομικές και νομισματικές πολιτικές.

I apologize for having tyranized you with my Hellenic phraseology. In my epilogue I emphasize my eulogy to the philoxenous aytochtons of this cosmopolitan metropolis and my encomium to you Kyrie, the stenographers.
Απολογούμαι που σας τυράννησα με την ελληνική μου φρασεολογία. Στον επίλογό μου δίνω έμφαση στην ευλογία μου, προς τους φιλόξενους αυτόχθονες αυτής της κοσμοπολίτικης μητρόπολης καθώς και το εγκώμιό μου προς εσάς, κύριοι στενογράφοι.

πηγή: email